Ηταν στις 16 Δεκεμβρίου του περασμένου χρόνου και στο τηλεοπτικό διάγγελμα που απηύθυνε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αμέσως μετά τη δεύτερη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό της Λιβύης στο ανάκτορο του Ντολμά Μπαχτσέ: «Χάρις σε αυτή τη στρατιωτική και ενεργειακή συνεργασία ανατρέψαμε τη Συνθήκη των Σεβρών» είπε ο τούρκος πρόεδρος.

Γιατί αυτή η αναφορά στις Σέβρες; Είναι από εκεί που πιάνει το νήμα η «Μοντ» για να ξετυλίξει το κουβάρι των τουρκικών φιλοδοξιών. Η συνθήκη, υπενθυμίζει η γαλλική εφημερίδα, υπογράφηκε πριν από ακριβώς εκατό χρόνια ανάμεσα στην οθωμανική αυτοκρατορία και τις συμμαχικές δυνάμεις. Στο συλλογική μνήμη των Τούρκων η συνθήκη αυτή ήταν μια στιγμή ταπείνωσης, αφού σήμαινε τον διαμελισμό της αυτοκρατορίας. Αυτή η ταπείνωση έγινε και η ύλη από την οποία γεννήθηκε το κίνημα των νεότουρκων του Μουσταφά Κεμάλ. Η επικράτηση του Κεμάλ στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1919-1922 θα φέρει μια νέα συμφωνία, τη Συνθήκη της Λωζάννης. Αντίθετα από τις Σέβρες, όμως, η Λωζάννη συμβολίζει τη νίκη επί των δυτικών δυνάμεων, την αποκατάσταση της χαμένης τιμής και του εθνικού γοήτρου. Αλλά είναι και η στιγμή της γέννησης ενός τουρκικού κοσμικού κράτους που θα στηθεί στα ερείπια της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Η αναφορά στη Συνθήκη των Σεβρών είναι το ιστορικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο πατά ο Ερντογάν, ένας πολιτικός που αισθάνεται συνομιλητής της μεγάλης Ιστορίας, για να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του. Η περιφερειακή πολιτική της Αγκυρας έχει πια αλλάξει. Η διπλωματία των κανονιών και των drones δεν έχει στόχο μόνο την προστασία της εθνικής κυριαρχίας, τα όρια της οποίας έχουν χαραχτεί από τη Συνθήκη της Λωζάννης, αλλά την προστασία των συνόρων της παλιάς αυτοκρατορίας που ο Ερντογάν θέλει να αναστήσει. Η Τουρκία του Ερντογάν βλέπει πλέον πολλές περιοχές στη Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια σαν παλιές οθωμανικές επαρχίες.

 

 

Η Λιβύη και η Συρία

Η οπτική αυτή έγινε εμφανής την περίοδο της «αραβικής άνοιξης», την οποία έζησαν διάφορες αραβικές χώρες από το 2011 και μετά. Ηταν σε δυο χώρες που είχε εστιάσει η Αγκυρα την πολιτική της: τη Λιβύη και τη Συρία. Στη Λιβύη του Μουαμάρ Καντάφι η Τουρκία βρήκε χώρο για τις κατασκευαστικές της εταιρείες. Στη Συρία του Μπασάρ αλ Ασαντ βρήκαν μια αγορά οι ανατολίτες έμποροι που είχαν φέρει τον Ερντογάν στην εξουσία. Το επαναστατικό κύμα του 2011 θα αλλάξει τα δεδομένα. Η πτώση του Καντάφι στη Λιβύη θα κάνει την Τουρκία να ρίξει όλο της το βάρος στη Συρία όπου θα στηρίξει την ένοπλη αντίσταση απέναντι στο καθεστώς του Ασαντ.

Τον Σεπτέμβριο του 2012 ο Ερντογάν θα εμφανιστεί βέβαιος πως θα προσευχηθεί σύντομα στο Μέγα Τέμενος των Ομεϋαδών, στη Δαμασκό, και πως θα προσκυνήσει τον τάφο του Σαλαντίν – ακόμη μια αναφορά στην Ιστορία και το αυτοκρατορικό παρελθόν. Στη Δαμασκό δεν πήγε ποτέ. Οπως όμως παρατηρεί η «Μοντ», οκτώ χρόνια αργότερα θα μετέτρεπε την Αγία Σοφία σε τέμενος.

Τα σχέδια του Ερντογάν στη Συρία ανέτρεψε η ρωσική παρέμβαση του 2015 υπέρ του Μπασάρ αλ Ασαντ. Ο σύρος δικτάτορας είχε πλέον εξασφαλίσει την αιματηρή του κυριαρχία στη χώρα του, ενώ η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν δείχνουν να εμπιστεύονται μια αντιπολίτευση συχνά διχασμένη και χωρίς σαφή προσανατολισμό. Ετσι, ο Ερντογάν θα βρεθεί στη Συρία απομονωμένος – ή, ακόμη χειρότερα, περικυκλωμένος. Ο λόγος είναι πως, για να αντιμετωπίσουν στη Συρία την οργάνωση Ισλαμικό Κράτος, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί στήριξαν το κουρδικό ΡΚΚ, το οποίο κέρδιζε έδαφος στην περιοχή.

Για την Αγκυρα, η στήριξη αυτή ήταν ο εφιάλτης που γινόταν πραγματικότητα: μια συμμαχία των δυτικών δυνάμεων με τον εσωτερικό εχθρό του τουρκικού κράτους; Το «σύνδρομο των Σεβρών» είχε ξυπνήσει και πάλι. Η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος, το καλοκαίρι του 2016, ήρθε να επιταχύνει τα πράγματα: οι εκκαθαρίσεις στον στρατό δεν συμπεριέλαβαν μόνο τους υποτιθέμενους στασιαστές, αλλά και τους αξιωματικούς που ήταν αντίθετοι σε μια τουρκική επέμβαση στη Συρία. Λίγες εβδομάδες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, οι τουρκικές δυνάμεις θα περνούσαν τα σύνορα με τη Συρία.

«Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας γίνεται όλο και πιο επιθετική και μαξιμαλιστική. Ακολουθεί ένα υπόδειγμα που βλέπουμε και σε άλλες χώρες, στο Ισραήλ που θέλει να προσαρτήσει τη Δυτική Οχθη, στη Ρωσία που προσάρτησε την Κριμαία. Η Τουρκία πέρασε σε μια νέα φάση, ο στρατός είναι πλέον εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής» λέει στη «Μοντ» ο Γιοχανάν Μπενχαΐμ.

Βλέποντας, με άλλα λόγια, τον Βλαντίμιρ Πούτιν να παρεμβαίνει στη Συρία, ο Ερντογάν αποφάσισε να κάνει το ίδιο. Την ίδια πολιτική όμως αναπαράγει στη Λιβύη και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο στόχος της Αγκυρας είναι να αποκαταστήσει αυτό που βλέπει στα δικά της μάτια ως αδικία: την πρόσβαση στη θάλασσα, την οποία στερήθηκε μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Αντιτουρκικό μέτωπο»

Η πρόσφατη ανακάλυψη κοιτασμάτων αερίου στη Μεσόγειο αναθέρμανε τις παλιές εντάσεις στην περιοχή. Η Αγκυρα είδε τη συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο ως «αντιτουρκικό μέτωπο». Θεωρεί πως η μοιρασιά των κοιτασμάτων δεν μπορεί να γίνει με την ίδια εκτός παιχνιδιού. Και αυτός ήταν ο βασικός λόγος της συμφωνίας με την κυβέρνηση της Τρίπολης με τον οποίο η Αγκυρα απέκτησε έναν διάδρομο, ο οποίος υποτίθεται πως της επιτρέπει να πραγματοποιήσει έρευνες ανοικτά του Καστελλόριζου.

Αυτή η δραστηριότητα σηματοδοτεί τη γενική αλλαγή στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του ’16, ο Ερντογάν έθεσε τον στρατό του στην υπηρεσία μιας επιθετικής διπλωματίας κάνοντας την αρχή από τη Συρία. Η Μεσόγειος είναι η δεύτερη φάση αυτού του επεκτατικού σχεδίου, το οποίο φέρει το όνομα «γαλάζια πατρίδα».

Θεωρητικός του δόγματος αυτού, το οποίο χρονολογείται από το 2006, είναι ένας εθνικιστής ναύαρχος, ο Τζεμ Γκιουρντενίζ. Ο ίδιος βρίσκεται σε πλήρη συντονισμό με το ευρασιατικό ρεύμα του στρατού, το οποίο προωθεί την επαναπροσέγγιση με την Κίνα και τη Ρωσία όντας εχθρικό απέναντι στο ΝΑΤΟ. Οι εκπρόσωποι αυτού του ρεύματος βρίσκονται πολύ κοντά στον τούρκο πρόεδρο, ενώ τον είχαν βοηθήσει κατά την απόπειρα πραξικοπήματος.

Ο στόχος του δόγματος της «γαλάζιας πατρίδας» είναι να εξασφαλιστεί, στο όνομα της ασφάλειας της χώρας, «ο έλεγχος ενός εκτεταμένου θαλάσσιου χώρου ο οποίος θα περιλαμβάνει τη Μαύρη Θάλασσα, το Αιγαίο Πέλαγος και την Ανατολική Μεσόγειο», όπως εξηγεί ο Γιοχανάν Μπεχαΐμ. Οι θιασώτες αυτής της πολιτικής αμφισβητούν το καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε στην περιοχή, όχι μόνο μετά τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας αλλά και τη σύσταση του τουρκικού κράτους. Στα μάτια τους, η Συνθήκη της Λωζάννης είναι μια δεύτερη Συνθήκη των Σεβρών. Και αυτό το κοστούμι είναι στενό για τις τουρκικές φιλοδοξίες. Δεν ήταν τυχαία λοιπόν η ημερομηνία που επέλεξε ο Ερντογάν για την πρώτη προσευχή στην Αγία Σοφία. Στις 24 Ιουλίου ήταν η 97η επέτειος από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης για την οποία επίσης ο τούρκος πρόεδρος έχει αναθεωρητικές βλέψεις.

Οι νέες προτεραιότητες

Για να δώσει υλική στήριξη στην πολιτική του, ο Ταγίπ Ερντογάν έδωσε μια νέα κατεύθυνση στη στρατιωτική βιομηχανία με βάση δύο νέες προτεραιότητες: τον εξοπλισμό των πολεμικών πλοίων και τα drones. Ετσι, μέσα στην επόμενη δεκαετία θα προστεθούν στον στόλο έξι νέα υποβρύχια, εθνικής παραγωγής. Ακόμη, νέες φρεγάτες θα εξοπλιστούν με ραντάρ και πυραύλους, που επίσης θα παραχθούν από την τουρκική στρατιωτική βιομηχανία. Μέσα στο έτος όμως η Τουρκία θα εγκαινιάσει και τη νέα της ναυαρχίδα, το «Αναντολού», πρώτο αεροπλανοφόρο του τουρκικού ναυτικού και σύμβολο των φιλοδοξιών της Αγκυρας στη θάλασσα.

Τα οπλισμένα drones Bayraktar TB2 et Anka-S έκαναν την εμφάνισή τους πρώτα στη Συρία και έπειτα στη Λιβύη. Ηταν τον περασμένο Μάρτιο όταν ανέλαβαν δράση, στο πλαίσιο μιας επιχείρησης στην περιοχή του Ιντλίμπ, κάνοντας σκόνη το Pantsir-S1, ένα ρωσικό σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας μικρού βεληνεκούς που χρησιμοποιούσαν οι κυβερνητικές δυνάμεις του Ασαντ. Τα ίδια drones επιστρατεύτηκαν για να προσφερθεί βοήθεια στην κυβέρνηση της Λιβύης. Δεν ήταν τα μόνα. Στρατιωτικοί σύμβουλοι, εξοπλισμός, στρατός, ραντάρ και πολεμοφόδια δεν σταμάτησαν να συρρέουν στην Τρίπολη και τη Μιζουράτα. Την ίδια ώρα, τουρκικά πλοία πλέουν στα ανοικτά των λιβυκών ακτών έχοντας στρέψει τα κανόνια τους προς τον Εθνικό Λιβυκό Στρατό του στρατηγού Χαφτάρ.

Η τουρκική παρέμβαση στη Λιβύη έχει προς το παρόν βοηθήσει την τοπική κυβέρνηση, την ανατροπή της οποίας επιχειρεί ο Χαφτάρ έχοντας τη στήριξη της Αιγύπτου, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, της Σαουδικής Αραβίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας. Ο Ερντογάν έχει στο χέρι τη Λιβύη. Θα κεφαλαιοποιήσει τα κέρδη του; Σύμφωνα με τη «Μοντ», η μετατροπή της Λιβύης σε ένα είδος προτεκτοράτου, σε στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο, δεν είναι παρά θέμα χρόνου. Οι σχετικές συμφωνίες ανάμεσα στις δύο πλευρές είναι ήδη στα σκαριά. Η Τουρκία θα έχει παρουσία στη χώρα με στρατιωτική βάση, ενώ ο δικός της στρατός θα αναλάβει την εκπαίδευση του λιβυκού στρατού.

Δείχνει τα δόντια της

Νέες βάσεις, νέες αμυντικές δυνατότητες, αποστολές μισθοφόρων, εργαλειοποίηση του ΝΑΤΟ: Η Τουρκία δείχνει τα δόντια της, φτάνοντας στο σημείο να συγκρουστεί μετωπικά με τη Δύση. Οχι μόνο με την Ελλάδα, παρατηρεί η «Μοντ», αλλά και με τη Γαλλία, η οποία αντιτίθεται στα σχέδια του τουρκικού επεκτατισμού στη Βόρεια Αφρική.

Δεν μπορεί παρά να έχει τη σημασία του το γεγονός πως η Τουρκία δεν ανακλήθηκε στην τάξη όταν τα πλοία της χρησιμοποίησαν κώδικες του ΝΑΤΟ για να επιστατήσουν τη μεταφορά όπλων στη Λιβύη. Οι νατοϊκοί σύμμαχοι μοιάζουν αμήχανοι, δείχνουν να μην ξέρουν τι να κάνουν με αυτόν τον σύμμαχο με τις επεκτατικές βλέψεις. Είναι ένα ζήτημα που θα τεθεί ξανά και ξανά έως τις 24 Ιουλίου του 2023, οπότε θα έχουν συμπληρωθεί όχι μόνο εκατό χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης αλλά και από εκείνη της δημιουργίας της τουρκικής δημοκρατίας. Υπό την προϋπόθεση, πάντως, να μην έχει χάσει ο Ταγίπ Ερντογάν τις εκλογές με τις οποίες φιλοδοξεί να ανανεώσει τη θητεία του τον Ιούνιο του ίδιου έτους.