Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έκρουσε τον κώδωνα κινδύνου, περιγράφοντας την κατάσταση που ζούμε το τελευταίο διάστημα και στην Ελλάδα. Η κύρια πηγή μετάδοσης του κορωνοϊού δεν είναι οι ηλικιωμένοι ή όσοι ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, αλλά οι φαινομενικά «άτρωτοι», οι πιο παραγωγικές ηλικίες. Η αύξηση των κρουσμάτων, αλλά και η ιχνηλάτησή τους, το έδειξε πιο καθαρά: οι εικοσάρηδες, οι τριαντάρηδες και οι σαραντάρηδες που δεν τηρούν τα μέτρα προστασίας και αψηφούν τις οδηγίες όχι μόνο δεν συνειδητοποιούν το βαρύ τίμημα των επιλογών τους, αλλά κινδυνεύουν σοβαρά και οι ίδιοι.
Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές πήραν λάθος μήνυμα. Στη χώρα μας, οι Αρχές επαναπαύθηκαν στην αρχική τους επιτυχία, ο συμβολισμός της μάσκας πέρασε σε δεύτερη μοίρα και οι ιθύνοντες επικεντρώθηκαν στην οικονομία. Ομως, από κάποια στιγμή και μετά, τα λογικά επιχειρήματα ακούγονται σχεδόν ως δικαιολογίες. Για τους συνειδητοποιημένους πολίτες, ανεξάρτητα από την ηλικία τους, μια φωτογραφία δημόσιου προσώπου χωρίς μάσκα θα έπρεπε να είναι αιτία έντονης κριτικής, όχι παράδειγμα προς μίμηση.
Από τη στιγμή που το κακό έγινε, οι υπεύθυνοι πρέπει να βρουν τον τρόπο να απευθυνθούν σ’ αυτές τις ομάδες πληθυσμού που δεν υπολογίζουν τη θνητότητά τους. Ενα πολιτικό πρόβλημα γίνεται πλέον υγειονομικό, καθώς οι νεότερες γενιές μιλούν μια γλώσσα που κανένα κόμμα δεν μπορεί ούτε να κατανοήσει ούτε να αντιγράψει επαρκώς. Αν όμως δεν γίνουν ταχύρρυθμα μαθήματα, η νίκη της περασμένης άνοιξης θα μοιάζει σε λίγο με μακρινή ανάμνηση. Στην Ιταλία, τη χώρα που είναι ταυτισμένη με την αμφισβήτηση των κανόνων, η συμμόρφωση έφτασε τη νύχτα που τα στρατιωτικά οχήματα αναχωρούσαν από το Μπέργκαμο φορτωμένα με φέρετρα. Αν δεν θέλουμε να δούμε κι εδώ τέτοια πλάνα, πρέπει να βιαστούμε.