H συμπλήρωση δεκαεννέα χρόνων από την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, μας δίνει την ευκαιρία να επιχειρήσουμε έναν αναστοχασμό των γεγονότων εκείνης της περιόδου όταν οι ΗΠΑ, έχοντας στο πλευρό τους ολόκληρο τον δυτικό κόσμο κι ένα μεγάλο μέρος του μουσουλμανικού κόσμου, μπορούσαν να εξαγγείλουν μια νέα αμερικανική εξωτερική πολιτική που όχι μόνο θα προσάρμοζε τον στρατιωτικό σχεδιασμό και την ευρωατλαντική ασφάλεια στην απειλή των δικτύων τρομοκρατών, αλλά και θα οικοδομούσε μια νέα διεθνή συναίνεση απέναντι στις διεθνείς απειλές. Ομως μια ρεαλιστική εξωτερική πολιτική δεν ήρθε ποτέ, αντίθετα κυριάρχησε στις ΗΠΑ το ρεύμα σκέψης των νεοσυντηρητικών συμβούλων του Τζορτζ Μπους του νεότερου, προεξάρχοντος του Πολ Γούλφοβιτς, καθώς και του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι, και του υπουργού Αμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ. Οι δύο τελευταίοι αξιωματούχοι, υιοθέτησαν την κοσμοθεωρία του Γούλφοβιτς και των συνοδοιπόρων του, που βασιζόταν στη μονομερή παγκόσμια παρουσία των ΗΠΑ, στον προληπτικό πόλεμο (ως μέσου εξουδετέρωσης ανεπιθύμητων καθεστώτων) και στην απαξίωση διεθνών οργανισμών – ιδίως του ΟΗΕ. Η «αυτοκρατορία του κακού» της εποχής του Ρέιγκαν, έγινε πλέον ό «άξονας του κακού». Και η ερμηνεία του δόγματος Μονρό από τον Ρούσβελτ, «ότι είχαμε το δικαίωμα να απομακρύνουμε για προληπτικούς λόγους όποια κυβέρνηση δεν μας άρεσε, έγινε το δόγμα Μπους, με τη μόνη διαφορά ότι εκτεινόταν σε ολόκληρο τον κόσμο. Το μόνο που χρειαζόταν κατά τον Μπους ήταν τα αμερικανικά πυρά, η αμερικανική αποφασιστικότητα και ένας συνασπισμός προθύμων», υποστήριζε πολύ εύστοχα ο Μπάρακ Ομπάμα στο βιβλίο του «Τολμώ να ελπίζω» (Εκδόσεις Πόλις).
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ