Οταν τελείωσαν οι διαπραγματεύσεις για το Ταμείο Ανάκαμψης τον Ιούλιο σχεδόν όλοι στην Ελλάδα συμφώνησαν ότι η χώρα μας βρέθηκε στην πλευρά των κερδισμένων, μιας κι ο Βορράς συναίνεσε στην έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους με τα περισσότερα από τα έσοδα να πηγαίνουν σε επιχορηγήσεις προς τον Νότο. Κανείς δεν αμφισβήτησε πως το συνολικό πακέτο των 70 δισ. ευρώ είναι ένα εργαλείο ανάλογο του σχεδίου Μάρσαλ για την Ελλάδα. Ενα εργαλείο όχι μόνο για να αντιμετωπίσει την ύφεση που προκάλεσε η υγειονομική κρίση, αλλά και για να θέσει τις βάσεις του αναπτυξιακού μέλλοντος που επιθυμεί.
Πολύ πριν από εκείνη τη Σύνοδο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε πει, απευθυνόμενος στο Υπουργικό του Συμβούλιο, ότι δεν θα σκορπίσουμε τα χρήματα στους τέσσερις ανέμους με την ανεμελιά του νεόπλουτου – θέλοντας να συνοψίσει τον τρόπο που περιμένει να χειριστούν οι υπουργοί του τους ευρωπαϊκούς πόρους.
Οσο πλησιάζει ο καιρός να υποβληθεί το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης στην Κομισιόν η προτροπή του Κυριάκου Μητσοτάκη ακούγεται και πάλι επίκαιρη. Οσοι άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται στο συγκεκριμένο πρότζεκτ πρέπει να κρατούν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι δεν έχουν την πολυτέλεια να ξεχάσουν τη διακηρυγμένη σε όλους τους τόνους στόχευση του Ταμείου Ανάκαμψης. Επειδή αυτό είναι η τελευταία ευκαιρία της ελληνικής οικονομίας.
Η χώρα δεν έχει άλλη εναλλακτική, παρά μόνο να είναι έτοιμη να πάρει τα λεφτά. Κι η κυβέρνηση δεν έχει άλλη επιλογή, παρά μόνο να τα αξιοποιήσει σωστά – εξαλείφοντας πολιτικές και οικονομικές παθογένειες δεκαετιών – προκειμένου να αναδιαρθρωθεί το ελληνικό οικονομικό μοντέλο. Η ευθύνη ξεπερνά τα όρια μιας διακυβέρνησης. Είναι ιστορική.