Τα σχολεία που μένουν κλειστά λόγω κατάληψης είναι μια εικόνα σχεδόν συνυφασμένη με την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Ακόμα και εν μέσω πανδημίας, η εικόνα δεν άλλαξε. Αυτή τη φορά η αντίδραση δεν αφορά ένα εκπαιδευτικό νομοσχέδιο ή τις τετράγωνες τυρόπιτες στο κυλικείο. Στα αιτήματα των μαθητών φαίνεται το μπέρδεμα που επικρατεί και στην υπόλοιπη ελληνική κοινωνία: οι αρνητές της μάσκας στέκονται κάτω από τα ίδια πανό με εκείνους που ζητούν μεγαλύτερη υγειονομική προστασία στις σχολικές μονάδες.
«Δεν είναι απάντηση οι καταλήψεις» λέει η υπουργός Παιδείας. Το θέμα, βέβαια, είναι πώς απαντάει κανείς στις ερωτήσεις. Η συζήτηση για μικρότερο αριθμό μαθητών σε κάθε τάξη, ακόμα και αυτή για κυλιόμενο ωράριο, είναι υπαρκτή και για την κυβέρνηση και για τους επιστήμονες. Το κλειδί είναι η σωστή ενημέρωση των μαθητών και του διδακτικού προσωπικού, να δοθούν οι απαραίτητες εξηγήσεις και οι δεσμεύσεις. Να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές, όπου χρειάζεται. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια της καθυστέρησης: στα ιδιωτικά σχολεία το μάθημα διεξάγεται κανονικά, ενώ σε πάνω από 700 δημόσια οι μαθητές έχουν ήδη αρχίσει να μένουν πίσω. Αν κάτι είναι σίγουρο, αυτό είναι πως δεν βρισκόμαστε σε περίοδο κανονικότητας. Η κυβέρνηση, επομένως, δεν μπορεί να βασιστεί σε ένα πρόσκαιρο μπάλωμα.
Το κύμα των καταλήψεων δεν πρέπει να επεκταθεί. Ακόμα και στις περιπτώσεις που οι μαθητές έχουν λόγους να διαμαρτύρονται, το κλείσιμο των σχολείων δεν είναι λύση για τα προβλήματα που έφερε στην εκπαίδευση ο κορωνοϊός. Η παιδαγωγική μέθοδος, όμως, δεν περιλαμβάνει τσαμπουκάδες και αυτοδικία: οι γονείς με τους σουγιάδες, οι συμπλοκές με τους μαθητές και όσα συνέβησαν στον Αλιμο μόνο το αντίθετο αποτέλεσμα μπορούν να φέρουν.