Δεκαπέντε μήνες μετά την εκλογική της νίκη, η Νέα Δημοκρατία εξακολουθεί να διαθέτει υψηλή και αδιαμφισβήτητη δημοτικότητα. Οι πολίτες την εμπιστεύονται σε μεγάλο βαθμό για τον χειρισμό τόσο των εθνικών θεμάτων όσο και της πανδημίας. Και η αντιπολίτευση δεν την απειλεί: η κυβέρνηση κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα.
Ο μοναδικός της αντίπαλος έτσι, και δεν είναι καθόλου αμελητέος, είναι προς το παρόν ο εαυτός της. Η μοναδική παγίδα στην οποία κινδυνεύει να πέσει είναι η αλαζονεία της εξουσίας. Η αίσθηση των υπουργών ότι είναι παντοδύναμοι και ανεξέλεγκτοι. Η εντύπωση των βουλευτών ότι άλλοι κανόνες ισχύουν γι’ αυτούς και άλλοι για τους υπόλοιπους.
Ο Πρωθυπουργός άργησε να αντιδράσει. Ισως είχε υπερτιμήσει την ομάδα του, ίσως πίστευε ότι τα πράγματα πηγαίνουν μόνα τους, ότι υπάρχει ένα μαγικό ραβδί που κινεί τις εξελίξεις. Στη χθεσινή ομιλία του όμως στο Υπουργικό Συμβούλιο χτύπησε το χέρι στο τραπέζι. Αναφέρθηκε σε λάθη, παραλείψεις και αστοχίες. Απηύθυνε προειδοποιήσεις, χτύπησε καμπανάκια, έβγαλε κίτρινες κάρτες. Χαρακτήρισε πολιτικά και ηθικά απαράδεκτο να μετακυλίονται ευθύνες και να μη στηρίζονται κυβερνητικές επιλογές.
Αντίθετα με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ενοχλείται όταν κάποια στελέχη ασκούν κριτική στον ίδιο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε ότι δεν θα ανεχθεί την αδιαφορία των συνεργατών του απέναντι στους πολίτες και τις ανάγκες τους. Ενας πραγματικός ηγέτης, άλλωστε, δεν πρέπει να επιζητεί την υπακοή ή την κολακεία. Αλλά να είναι προσηλωμένος στη συλλογική εκπλήρωση των στόχων που έχει θέσει. Και να κρίνεται συνεχώς γι’ αυτό.