Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είχε την ατυχία, λίγους μόνο μήνες αφότου ανέλαβε, να βρεθεί αντιμέτωπη με πολλαπλές κρίσεις. Το εγχείρημα θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο για τον οποιονδήποτε. Μεταξύ της φονικής πανδημίας και της αυξημένης τουρκικής προκλητικότητας, το Μέγαρο Μαξίμου έβαλε το σχέδιό του για την ανασυγκρότηση της χώρας σε δεύτερη μοίρα. Πρώτος στόχος ήταν, για πολύ καιρό, η διαχείριση της καθημερινότητας: η άνοιξη πέρασε με την Ελλάδα σε λοκντάουν και το καλοκαίρι με το «Ορούτς Ρέις» να πηγαινοέρχεται στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στάθηκε, όμως, τυχερή μέσα στην ατυχία της. Της παρέχεται, από την πρώτη στιγμή, μια ευρύτατη κοινωνική συναίνεση που ακόμα δεν έχει χάσει. Είναι η πρώτη κυβέρνηση εδώ και πολλά χρόνια που γνωρίζει πως έχει την οικονομική ασφάλεια του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο της δίνει τη δυνατότητα μέσα σε λίγα χρόνια να παραδώσει μια άλλη Ελλάδα στους πολίτες της. Αυτό είναι το μεγαλύτερο στοίχημα για όσους σήμερα βρίσκονται στην εξουσία. Να μη χάσουν τον προσανατολισμό τους από τον κορωνοϊό και την Τουρκία, να ανεβάσουν ρυθμούς και να αρχίσουν γρήγορα να υλοποιούν τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν. Η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων είναι μονόδρομος, γιατί η οποιαδήποτε καθυστέρηση θα δημιουργήσει προβλήματα στο μέλλον.
Στην κυβέρνηση πρέπει να θυμούνται πως εξελέγησαν με εντολή την αναμόρφωση του Δημοσίου, την ψηφιοποίηση του κράτους, την ανασύσταση της μεσαίας τάξης. Στην πορεία προστέθηκαν και άλλα αιτήματα που υιοθετήθηκαν, όπως η θεωράκιση του ΕΣΥ. Αν κάνει το λάθος να αργήσει κι άλλο, τότε κινδυνεύει να αφήσει τις αλλαγές στη μέση. Οπως έκαναν κι άλλες κυβερνήσεις στο παρελθόν, που για τον έναν ή τον άλλο λόγο δεν κατάφεραν να ολοκληρώσουν το μεταρρυθμιστικό τους έργο.