«Δεν επιτρέπεται καμιά ανοχή». Ετσι κατέληγε την περασμένη Παρασκευή το κύριο άρθρο αυτής της εφημερίδας σχετικά με τη φασιστική επίθεση κατά του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου. Η αποκρουστική φωτογραφία που δημοσιοποίησαν στη συνέχεια οι δράστες καθιστά την πάνδημη αντίδραση στην πράξη τους ακόμη πιο επιτακτική. Στο εξής, όποιος σιωπά είναι συνυπεύθυνος. Οποιος ανέχεται είναι συνένοχος.
Καταδικαστικές δηλώσεις ακούγονται από παντού. Είτε αυτές οι δηλώσεις είναι κατηγορηματικές, όμως, είτε συνοδεύονται από αστερίσκους για την ανάγκη να καταπολεμηθεί η κυβερνητική πολιτική, παραμένουν άχρηστες αν δεν συνοδευτούν από πράξεις. Η βία στα πανεπιστήμια έγινε ανεκτή από την προηγούμενη ιδεοληπτική κυβέρνηση και η καταπολέμησή της θα έπρεπε να αποτελεί μία από τις πρώτες προτεραιότητες της φιλελεύθερης κυβέρνησης που τη διαδέχθηκε. Αλλά πέρα από μεγαλόστομες διακηρύξεις, δεν προχώρησε κανένα από τα μέτρα που έχουν συζητηθεί, όπως η σύσταση πανεπιστημιακής αστυνομίας ή η έκδοση ταυτότητας για την είσοδο στους πανεπιστημιακούς χώρους.
Προβάλλονται αντιστάσεις. Διατυπώνονται αντιρρήσεις, κάποιες από τις οποίες είναι θεμιτές. Κι ύστερα το ξεχνάμε, μέχρι να σημειωθεί η επόμενη πρόκληση, να γίνει ένας νέος βανδαλισμός, να δεχθεί επίθεση ένας άλλος πρύτανης. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η χώρα μας πρέπει να αποκρούσει με αποφασιστικότητα κάθε μορφή ολοκληρωτισμού, όπως χαρακτήρισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας τη διαπόμπευση του πρύτανη.
Αποτελεί επείγουσα ανάγκη τόσο η σύλληψη των δραστών όσο και η θωράκιση του Πανεπιστημίου από τυχόν μιμητές τους. Οι καιροί ου μενετοί.