Ολες μας οι ελπίδες για την υπέρβαση αυτής της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης, το ξέρουμε πια καλά, στηρίζονται στο εμβόλιο. Ή, καλύτερα, στα εμβόλια. Ευτυχώς τα νέα είναι καλά: η αποτελεσματικότητα τριών εμβολίων κινείται μέχρι στιγμής πάνω από το 90%, ενώ τις επόμενες εβδομάδες αναμένονται ανακοινώσεις και για άλλα. Αν δεν υπάρξουν ανατροπές, με το νέο έτος θα αρχίσουν και οι εμβολιασμοί. Βλέπουμε επιτέλους την έξοδο του τούνελ.
Για να υπάρξει αποτέλεσμα όμως και να οδηγηθούμε στην πολυπόθητη ανοσία της αγέλης που θα επιτρέψει χαλάρωση των μέτρων, θα πρέπει να εμβολιαστούν τουλάχιστον τα τρία τέταρτα του πληθυσμού. Οι κυβερνήσεις θα βρεθούν έτσι σύντομα προ ενός μεγάλου διλήμματος: να καταστήσουν τον εμβολιασμό υποχρεωτικό ή όχι; Η καταφατική απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα προσκρούσει σε νομικές, ηθικές και πρακτικές δυσκολίες. Η αρνητική μπορεί να οδηγήσει σε αποτυχία ολόκληρου του εγχειρήματος.
Αργά ή γρήγορα, λοιπόν, θα έρθει εκ νέου στην επιφάνεια ο παράγων της ατομικής ευθύνης. Το ότι τα εμβόλια είναι απολύτως ασφαλή είναι βέβαιο. Το ότι έχουν οδηγήσει στην εξάλειψη ασθενειών που σε αντίθετη περίπτωση θα σάρωναν την ανθρωπότητα είναι επίσης βέβαιο: μόλις αυτή την εβδομάδα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι, χάρις σε ένα τέτοιο εμβόλιο, θα εξαλειφθεί ο πρώτος καρκίνος στην ιστορία, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας.
Για να συμβεί το ίδιο και με την Covid-19, πρέπει λοιπόν να πειστούν οι επιφυλακτικοί και οι αρνητές. Οπως δείχνει το ρεπορτάζ που δημοσιεύουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», οι αριθμοί τους δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητοι. Χρειάζεται έτσι μια σοβαρή, συστηματική και καλά τεκμηριωμένη εκστρατεία για να καμφθούν οι αντιστάσεις και να αποκατασταθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης.
Αλλη λύση δεν υπάρχει. Οσοι αγνόησαν ή υποτίμησαν τον εχθρό, θεωρώντας ότι θα νικηθεί από τον χρόνο, τη φύση ή τη θρησκεία, διαψεύστηκαν. Και συχνά το πλήρωσαν οι ίδιοι. Η μάχη πρέπει να είναι λοιπόν οργανωμένη, επίμονη και μαζική.