«Το εμβόλιο είναι, κατ’ ουσία, μια “προσομοίωση” μόλυνσης: στόχος του είναι να κάνει τον οργανισμό να παράγει την ανοσολογική απόκριση στον ιό χωρίς τη μόλυνση. Στην περίπτωση του κορωνοϊού, όλα τα εμβόλια που δοκιμάζονται επί του παρόντος αποσκοπούν στην παραγωγή των συγκεκριμένων αντισωμάτων και την ενεργοποίηση της κυτταρικής ανοσίας κατά της πρωτεΐνης ακίδας (spike protein). Σε όσους έχουν μολυνθεί πρόσφατα από Covid-19, τα αντισώματα αυτά είναι ήδη παρόντα, αν και σε ποικίλες ποσότητες ανάλογα με τη σοβαρότητα της μόλυνσης και τον καιρό που έχει περάσει· τα άτομα αυτά έχουν μικρότερες πιθανότητες να επαναμολυνθούν βραχυπρόθεσμα. Λίγες περιπτώσεις επαναμόλυνσης έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής, και το γεγονός ότι είναι ασυνήθιστες πιστοποιείται από την εντύπωση που προκαλούν. Οι άνθρωποι λοιπόν που έχουν ήδη νοσήσει και αναρρώσει από Covid-19 μπορούν φυσικά να εμβολιαστούν, αναμφισβήτητα όμως αποτελεί προτεραιότητα η ανοσοποίηση εκείνων που δεν έχουν μολυνθεί ακόμα, ιδιαίτερα εφόσον ανήκουν σε ομάδα κινδύνου λόγω της ηλικίας τους, υποκείμενων νοσημάτων ή της έκθεσής τους στον ιό λόγω του επαγγέλματός τους. Οπως έγραψαν βέβαια στον ιστότοπό τους τα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης των Ασθενειών (CDC), επί του παρόντος δεν γνωρίζουμε για πόσο καιρό είναι προστατευμένοι από ενδεχόμενη επαναμόλυνση όσοι έχουν νοσήσει από Covid-19. Η ανοσία που αποκτά κανείς από τη μόλυνση, η επονομαζόμενη φυσική ανοσία, ποικίλλει από άνθρωπο σε άνθρωπο και κάποιες πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι ενδεχομένως να μη διαρκεί πολύ. Και σε αυτό το στάδιο που βρισκόμαστε, είναι προφανές πως σε έναν μαζικό εμβολιασμό ανά κατηγορίες και παράγοντες κινδύνου είναι αδύνατο να μετρούμε πρώτα τα αντισώματα».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ