Οι συγκρίσεις της κεντρικής πλατείας της αγανάκτησης που δονούσε το Κοινοβούλιο με τις ιαχές «να καεί/ να καεί/ το μπουρδέλο η Βουλή» με τους γητεμένους από τον πιο ανίκανο αμερικανό πρόεδρο που εισέβαλαν στο Καπιτώλιο για να υπερασπιστούν την πορτοκαλί του κώμη ήταν μάλλον αναπόφευκτες. Τα συμπεράσματα, βέβαια, στα οποία κατέληξαν όσοι αντιπαρέβαλαν τους τραμπιστές με τους Αγανακτισμένους δεν ήταν κοινά. Για τους μεν ο φασισμός δεν έχει χρώμα. Για τους δε ο ακροδεξιός όχλος δεν συγκρίνεται με την κοινωνική διαμαρτυρία ενός λαού. Για πολλούς συριζαίους, μάλιστα, η ταύτιση σχεδιάστηκε με σκοτεινά κίνητρα. Εντάχθηκε σε μια προβοκατόρικη στρατηγική, που – όπως το έθεσε ένας από τους Νέστορες της Κουμουνδούρου – έχει έναν στόχο: «Οχι μόνο να φανεί η Αριστερά παρένθεση και να κλείσει αυτή η παρένθεση», αλλά «να είναι ελεγχόμενη και να μην ξανάρθει ο ΣΥΡΙΖΑ και οι λεγόμενες προοδευτικές δυνάμεις». Από τη συγκεκριμένη ανάλυση απουσίασε, βέβαια, η συμβολή της καθόλου προοδευτικής πολιτικής ρητορικής του μίσους σε συμβάντα σαν τα παραβαλλόμενα.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ