Σε δύο ημέρες έχουμε την τυπική έναρξη των διερευνητικών με την Τουρκία στην Κωνσταντινούπολη. Ο νέος γύρος – ο προηγούμενος διεκόπη με ευθύνη της γείτονος χώρας το 2016 – θα διεξαχθεί σε ένα διαφορετικό γεωπολιτικό περιβάλλον και σε ένα νέο φόντο ισορροπιών.
Η νέα προεδρία του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ, το εσωτερικό μέτωπο του Ερντογάν, οι περιφερειακές εμπλοκές που ρευστοποιούν όλο τον χάρτη, η τουρκική προκλητικότητα που διαρκεί, αλλά και το νέο επίδικο της πανδημίας που διαπερνά την ανθρωπότητα, δεν μπορούν παρά να ληφθούν υπόψη από τις δύο πλευρές.
Κατ’ αρχάς είναι θετική η επανεκκίνηση. Βεβαίως πάνω στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και με γνώμονα πως η χώρα μας είναι μέλος του σκληρού πυρήνα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και άρα αποτελεί δύναμη σταθερότητας για την περιοχή. Επίσης, ως μέλος ακριβώς της ΕΕ, διερευνά τις προθέσεις ενός γείτονα, με τον οποίο θέλει και πρέπει να έχει ειρηνική συνύπαρξη, αλλά ταυτόχρονα να μην ξεχνά πως υπάρχουν κόκκινες γραμμές στο μείζον θέμα της εδαφικής κυριαρχίας.
Κοινώς, η Ελλάδα προσέρχεται στις διερευνητικές επαφές ως ευρωπαϊκή χώρα, αλλά και αποφασισμένη να διατυπώσει με όση ένταση χρειαστεί πως η πρόθεση για εξομάλυνση των σχέσεων δεν τέμνεται με την υποχωρητικότητα.
Εξάλλου ας μην ξεχνούμε πως η Αγκυρα είναι που δημιουργεί εμπλοκές ευρύτερα, εκκρεμούν κυρώσεις εις βάρος της και διαδραματίζει αποσταθεροποιητικό ρόλο στη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Οχι εμείς.