«Θα μάθετε την τρέλα των Τούρκων» απείλησε την περασμένη εβδομάδα ο φορέας του Ερντογάν. Και δήλωσε ότι δεν πρόκειται να συναντηθεί με τον έλληνα Πρωθυπουργό γιατί αφού τον έχει πιάσει η τρέλα είναι σε έξαλλη κατάσταση και δεν έχει κέφια για συναντήσεις. Μπορεί το περιεχόμενο αυτής της δήλωσης να είναι επιεικώς ιλαρό, όμως αυτό δεν ακυρώνει το γεγονός ότι η δήλωση, όπως και πολλές άλλες του είδους της, έγινε. Αυτά δείχνουν ξανά και ξανά με ποια χώρα και με ποιον άνθρωπο έχει να κάνει η Ελλάδα. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να γελάει όταν ακούει τέτοιου είδους εκρήξεις ανοησίας. Αλλά θα ήταν λάθος. Γιατί μπορεί ο Ερντογάν να επιφυλάσσει στον εαυτό του κωμικούς ρόλους, μπορεί η πολιτική του να είναι κατ’ ουσίαν θρασύδειλη και η μεγαλοστομία του δυσανάλογη της πραγματικότητας, όμως ο στόχος του ίδιου και της Τουρκίας παραμένει αμετάβλητος: να αλλάξει τα σύνορα των δύο χωρών. Κάτι που ξέρει καλά ότι δεν μπορεί να το κάνει με πόλεμο στον οποίο απειλείται με πανωλεθρία – αν μπορούσε θα το είχε ήδη επιχειρήσει. Και γι’ αυτό το κάνει με τραμπουκισμούς. Και με κάτι πολύ πιο έξυπνο και καθόλου τρελό: με το να στήνει την «αναγκαιότητα» ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου, σε αγαστή συνεργασία με τη Γερμανία η οποία, αν και εταίρος της Ελλάδας, κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει τον τούρκο δικτάτορα να καθίσει την Ελλάδα στο τραπέζι της εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευσης και να πάρει αυτά που θέλει. Η γερμανική πολιτική είναι σήμερα, εδώ και καιρό, ο πιο ισχυρός και συστηματικός σύμμαχος του Ερντογάν. Και ταυτόχρονα ο πιο επικίνδυνος παράγοντας στην εξίσωση για την Ελλάδα.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ