Μέσα σε μια ήδη τεταμένη για το κοινό αίσθημα κατάσταση, αυτή της πανδημίας, μας έλαχε να έρθουν στη δημόσια σφαίρα υποθέσεις που μας φέρνουν αντιμέτωπους με ζητήματα αρχών και που λειτουργούν αποκαλυπτικά τις κοινωνικές μας αξίες. Δεν μπαίνει, βεβαίως, κάθε υπόθεση στο ζύγι κι η μπακαλική αυτή είναι, κατά κανόνα, όπλο των δολερών και των ανεπίγνωστων. Ομως λένε πολλά για εμάς οι τρόποι που αντιδρούμε όταν δοκιμάζονται τα ηθικά μας όρια, είτε πρόκειται για σεξουαλικά εγκλήματα είτε για δικαιώματα κρατουμένων ή οτιδήποτε άλλο φιλτράρεται έτσι. Τα τελευταία χρόνια έχει καταστεί ύποπτη η ψυχραιμία. Ας το πούμε ευθέως. Βρισκόμαστε σε μια μόνιμη συγκρουσιακή κατάσταση στην οποία επικρατούν κομματικοί ανταγωνισμοί, αρχαϊκά ήθη κι ανερυθρίαστη υποκρισία. Είναι πιο εύκολο πια να βγεις δημόσια να υποστηρίξεις το ακραίο, από το να προσπαθήσεις να διατυπώσεις έναν κεντρώο λόγο. Ακούμε, παραδείγματος χάριν, εδώ και μέρες ανθρώπους να μετατρέπουν σοβαρότατες υποθέσεις και καταγγελίες για σεξουαλική βία και παρενόχληση, σε κίτρινο τσίρκο, που αφορά την κοινωνία μόνο στον βαθμό που είναι πολωτική και κουτσομπολίστικη. Φτάσαμε να συνηθίσουμε να ακούμε ανθρώπους να λένε με άνεση πως «ξέραμε, ακούγαμε, βούιζε ο τόπος ότι ο τάδε βίαζε», χωρίς να βασανίζονται για το αν ήταν συμμέτοχοι σε μια φριχτή συγκάλυψη, σαν τα κακά χωριά που ήταν «κανονικό» να κρύβει ο ένας τις πομπές του άλλου. Κι όμως είναι πιο εύκολο να παραδέχεσαι «ήξερα» από το να παρακαλέσεις να αφήσουμε τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της όπως ο νόμος ορίζει, χωρίς να καταπατούμε πολίτες, δημόσια πρόσωπα, ακόμη κι αξιωματούχους, δικαιώματα και κώδικες με τρόπο που μπορεί να ωφελήσει τους θύτες και να δημιουργήσει πολύ πραγματικά εμπόδια στη δικαίωση των θυμάτων.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ