Εδώ και αρκετά χρόνια, στην πραγματικότητα από το τέλος της κυβέρνησης Σημίτη κι ύστερα, η Ελλάδα ζει σε διαρκή αναταραχή. Για λόγους που δεν ήταν μόνο εσωτερικοί, η χρηματοπιστωτική κρίση είχε και διάρκεια και συνέπειες μεγαλύτερες από αυτές που έπρεπε, οδηγώντας στο φαινόμενο των «Αγανακτισμένων». Ακολούθησε η προσφυγική κρίση, που αποτέλεσε το θερμοκήπιο της νεοναζιστικής βίας. Τα πάθη οξύνθηκαν, με ευθύνη όλων των πλευρών, και εξαιτίας του «Μακεδονικού». Αλλά η χώρα αποκόμισε τα διδάγματά της και γύρισε σελίδα.
Είναι λοιπόν αδιανόητο να απεργάζονται σήμερα κάποιοι κύκλοι επιστροφή στις μαύρες ημέρες του παρελθόντος. Κανένα γεγονός, ούτε η απεργία πείνας ενός τρομοκράτη, ούτε ένα περιστατικό αστυνομικής βίας σε μια πλατεία, αλλά ούτε και η κόπωση από τα συνεχή λοκντάουν, δεν μπορεί να προκαλέσει μια νέα έκρηξη, έναν νέο διχασμό, ένα νέο κύμα μίσους.
Η οργή και η κόπωση του πληθυσμού έγιναν επανειλημμένα τις δύο προηγούμενες δεκαετίες αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις δυνάμεις του εγχώριου λαϊκισμού, αριστερές και δεξιές, που φανάτισαν, παραπλάνησαν, δίχασαν, έφτασαν να οργανώσουν ακόμη και επιθέσεις κατά του κοινοβουλίου, για να κερδίσουν τελικά την εξουσία. Και να αποκαλύψουν την επικίνδυνη γύμνια τους.
Κάθε κρίση συνοδευόταν από την εκτόνωση του εκρηκτικού βαλκανικού μας ταμπεραμέντου. Την ίδια στιγμή, οι διαρκείς τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο και την Κύπρο δεν επέτρεπαν στη χώρα να αφοσιωθεί σε μια ανάπτυξη που θα προσέφερε ελπίδα και προοπτική. Κι ήρθε η πανδημία για να ανατρέψει τη ζωή μας, προσθέτοντας στην ένταση φόβο και ανασφάλεια.
Αλλά μείναμε όρθιοι. Η δημοκρατία αποδείχθηκε ισχυρότερη από τους εχθρούς της, όποια μορφή κι αν είχαν. Οι θεσμοί έδειξαν αποφασιστικότητα όταν χρειάστηκε, αποκρούοντας τις προσπάθειες επιβολής αυταρχικών μέτρων. Οι πολίτες όρθωσαν το ανάστημά τους, εκδιώκοντας από την εξουσία εκείνους που τους εξαπάτησαν. Και η επιστήμη δείχνει την έξοδο από την υγειονομική κρίση.
Παρά ταύτα, οι κίνδυνοι παραμένουν. Η ασύλληπτη διαπόμπευση ενός πρύτανη πριν από λίγους μήνες και η δολοφονική επίθεση εναντίον ενός αστυνομικού αυτή την εβδομάδα έδειξαν πού μπορεί να φτάσει η ανοχή, εκούσια ή ακούσια, προσχεδιασμένη ή αυθόρμητη, απέναντι στη βία.
Σε ένα πρόσφατο άρθρο του για την επίθεση κατά της ελευθερίας του Τύπου στην Πολωνία, ο μεγάλος αντιστασιακός Ανταμ Μίχνικ θυμίζει τη φράση της λαίδης Μάκβεθ από τη Β’ Πράξη του ομώνυμου δράματος του Σαίξπηρ: «Τι είναι τούτο; Σιωπή! Η κουκουβάγια ήταν, ο κράκτης ο απαίσιος, που άγρια φωνάζει την μαύρην καλήν-νύκτα του!» (μτφρ. Δημητρίου Βικέλα). Καμιά κουκουβάγια δεν θα αφήσουμε να φωνάξει καληνύχτα στην Ελλάδα. H Ιστορία, το ξέρουμε καλά, δεν επαναλαμβάνεται παρά μόνο ως φάρσα. Και οι φάρσες έχουν λάβει τέλος.