Ο Φίλιπ Ροθ βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο της λογοτεχνικής συζήτησης. Μέσα από δύο μετά θάνατον βιογραφίες που συμβάλλουν κατά έναν τρόπο στον συρμό της εποχής, καθώς υπογραμμίζουν τη μισογυνιστική πλευρά και την άθλια συμπεριφορά του αμερικανού συγγραφέα.

Στο πλαίσιο της κουλτούρας ακύρωσης ο Φίλιπ Ροθ λαμβάνει το μερίδιο της αποδόμησής του μέσα από δύο βιογραφίες που καταλαμβάνουν έκταση σε αμερικανικές και βρετανικές εφημερίδες («New York Times», «The New Yorker», «The Times», «The Guardian») αλλά και σε εξειδικευμένες στη λογοτεχνία ιστοσελίδες (The Literary Hub, Publishers Weekly κ.λπ.). Η πρώτη γράφεται από τον Αϊρα Ναντέλ με τίτλο «Philip Roth: Α Counterlife» (εκδ. Oxford University). Ο καθηγητής Αγγλικών στο Πανεπιστήμιο British Columbia επικεντρώνεται στον «αντι-μύθο» του μυθιστοριογράφου και δείχνει τον Ροθ ως «επιτομή της κωμωδίας της δυστυχίας» για να αποκαλύψει τι ήταν πίσω από το δημόσιο πρόσωπό του. Βρίσκει τις ρίζες της πικρίας του Ροθ σε μια αίσθηση εγκατάλειψης που ξεκίνησε από την παιδική του ηλικία στο Νιούαρκ και στην ενήλικη ζωή του, που χαρακτηρίζεται από γάμους και σχέσεις γεμάτες διαμάχες. Ο ίδιος τονίζει την «επιθετικότητα, δυσαρέσκεια και θυμό» του συγγραφέα καθώς και τον ναρκισσισμό του, που λειτούργησε «ως άμυνα ενάντια στο άγχος» του.

Η δεύτερη βιογραφία που κυκλοφορεί αύριο με τίτλο «Philip Roth, The biography» προέρχεται από τον Μπλέικ Μπέιλι, ο οποίος θεωρείται ο κατεξοχήν βιογράφος των σημαντικών ανδρών της αμερικανικής λογοτεχνίας. Μάλιστα ο ίδιος ο Ροθ τον επέλεξε και τον προσέλαβε για να γράψει τη βιογραφία του. «Δεν θέλω να με αποκαταστήσεις» είπε ο Ροθ στον Μπέιλι. «Απλά κάνε με ενδιαφέροντα». Αντί να εκτελέσει την επιθυμία του θανόντος, ο Μπέιλι παραδίδει το περιορισμένο λογοτεχνικό πορτρέτο του Ροθ περιγράφοντας με ευρύ πρίσμα τη ζωή του.

Η βιογραφία των 900 σελίδων διαπερνά τα στάδια της ζωής του, σε κάθε ένα από τα οποία υπάρχει μία γυναίκα στο επίκεντρο: Μπες, η ακούραστη, εξιδανικευμένη μητέρα του. Μαξίν Γκρόφσκι, η κοπέλα του στο κολέγιο που έγινε το μοντέλο του για τον χαρακτήρα της Μπρέντα Πατίμκιν στο «Αντίο, Κολόμβε». Η Μάγκι Μάρτινσον, η καταστροφική πρώτη σύζυγος που αρχικά ο Ροθ την έβρισκε ελκυστική επειδή ενσάρκωνε ένα συγκεκριμένο «φρικιαστικό χάος». Αργότερα εμφανίζεται η μακρόχρονη σχέση με την Κλερ Μπλουμ (παράλληλα με την εξωσυζυγική σχέση που διατηρούσε εκείνο το διάστημα) καθώς και η ακολουθία των «ζωηρών Τεξανών» ξανθών νοσοκόμων, ιερόδουλων, φοιτητριών και θυγατέρων των φίλων του.

«Από τη σημερινή άποψη, τα βιβλία του Ροθ βρίσκονται στη λάθος πλευρά του MeToo» δηλώνει η Σάντρα Νιούμαν, αμερικανίδα μυθιστοριογράφος που εκφράζει την άποψή της στο δημοσίευμα των «Times». Η Χαντλεϊ Φρίμαν στον «Guardian» κρατά μια υποσημείωση: «Τα βιβλία μπορούν να αντικατοπτρίζουν τις εποχές στις οποίες γράφτηκαν, αλλά μας δείχνουν επίσης τον συγγραφέα και κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Ροθ ότι μας έκρυβε ποιος ήταν: Αμερικανός, Εβραίος, παθιασμένος με το σεξ, παθιασμένος με τον θάνατο, αστείος, θυμωμένος, σοφός, βλάσφημος, ευφάνταστος, σκληρός. Αυτό άρεσε πάντα στους αναγνώστες του».