H ανησυχία είναι εύλογη. Το εμβόλιο της AstraZeneca ξεκίνησε από την αρχή στραβά, μ’ εκείνη τη σύγχυση γύρω από τη μισή δόση. Ακολούθησαν οι συγκρούσεις με την Ευρωπαϊκή Ενωση, ο πόλεμος των δηλώσεων, το μπλόκο στις εξαγωγές. Και τώρα έρχεται η υπόθεση των θρομβώσεων που, όπως όλα δείχνουν, συνδέονται για κάποιον άγνωστο λόγο με το συγκεκριμένο εμβόλιο.
Υπάρχει λοιπόν ένα μούδιασμα. Και μια στάση αναμονής, όπως έγραψαν χθες «ΤΑ ΝΕΑ», μέχρις ότου ξεκαθαριστεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων αν θα πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση αυτού του εμβολίου σε κάποιες κατηγορίες του πληθυσμού, όπως για παράδειγμα στις νέες γυναίκες.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρέπει να θυμόμαστε τρία πράγματα.
Πρώτον, ο αριθμός των θρομβώσεων είναι εξαιρετικά μικρός. Οπως είπε χθες ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, η αναλογία στο χειρότερο σενάριο δεν ξεπερνά το ένα άτομο ανά 100.000 (ποσοστό 0,001%), ενώ το ποσοστό θρομβώσεων στις σοβαρές περιπτώσεις Covid-19 φτάνει το 69%.
Δεύτερον, η προσβολή από τον κορωνοϊό μπορεί να έχει πολύ κακή έκβαση ακόμη και για τον πιο υγιή. Και τα εμβόλια, όλα τα εγκεκριμένα εμβόλια, παρέχουν προστασία πάνω από 70%.
Τρίτον, ο μαζικός εμβολιασμός είναι το μοναδικό εργαλείο για να τελειώσει αυτή η οδυνηρή περιπέτεια. Μόνο αν εμβολιαστεί το 60-70% του πληθυσμού, με τη χρησιμοποίηση του συνόλου των διαθέσιμων εμβολίων, θα καταστεί δυνατή η βαθμιαία επιστροφή στην κανονικότητα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να γνωρίζουμε τόσο τις – απίθανες – παρενέργειες ενός εμβολίου όσο και τον τρόπο να προφυλαχθούμε από αυτές. Η διαφάνεια ήταν πάντα σύμμαχος της επιστήμης.