«Πενία τέχνας κατεργάζεται»: είναι η γνωστή ρήση του Θεόκριτου και η σοφία της επαληθεύτηκε στην Αθήνα τον πρώτο χειμώνα της ναζιστικής κατοχής, τότε που οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να επινοήσουν κάθε τρόπο για την αντιμετώπιση της χειρότερης φτώχειας στη σύγχρονη ιστορία της πόλης τους. Σιτάρι για αλεύρι δεν υπήρχε και ο φούρναρης χρησιμοποιούσε μείγμα από καλαμπόκι και πίτουρα για να ψήσει δήθεν ψωμί. Οι νοικοκυρές καβούρδιζαν ρεβίθια, τα κοπάνιζαν στο γουδί και έβραζαν τη σκόνη στο μπρίκι για καφέ. Οι άφθονες τότε στην Αττική χαρουπιές ήταν πηγή για χαρουπόμελο, το μόνο διαθέσιμο γλυκαντικό. Το μανάβικο στην Αχαρνών πουλούσε μόνο λαχανίδες, το κρεοπωλείο ήταν κλειστό και ο χασάπης είχε κάνει κρυφή εγκατάσταση στο πλαϊνό γραφείο κηδειών. Οχι, δεν είχαμε καταντήσει ανθρωποφάγοι: Το σφαγμένο στο Μενίδι μοσχάρι μεταφερόταν εν πομπή μέσα σε φέρετρο, ώστε να μην το κατασχέσουν οι Γερμανοί. Είχε μάλιστα χαρακτηριστικά λεχθεί ότι ο γερμανός φύλακας στην είσοδο της πόλης παρουσίασε όπλα προς τιμήν του «νεκρού»!
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ