Ο Τζων Στάινμπεκ τιμήθηκε με το Νόμπελ δεκατρία χρόνια μετά τον επίσης αμερικανό Ουίλιαμ Φώκνερ, στα 1962, αλλά είχε έρθει στην Ελλάδα τρία χρόνια νωρίτερα από εκείνον, στα 1954. Χωρίς ν’ αφθονούν οι μαρτυρίες για την επίσκεψη, επιλέγουμε εκείνη του Πέτρου Χάρη: «Εμοιαζε με τον άνθρωπο του υπαίθρου που βιάζεται να βρεθεί μακριά από τον κλειστό χώρο. Ψηλός, γεροδεμένος, αφελής, κάποτε τραχύς, σαν ξωμάχος που έπεσε στην πολιτεία, ή σαν θαλασσινός – ναυτική φανέλα κλειστή ως πάνω στο λαιμό – που μπορούσε να είναι αρχηγός σε κουρσάρικο καράβι. Το βλέπεις στα μάτια του και στις κινήσεις του. Είναι αληθινά απλός. Κι ούτε την αδυναμία του να κάνει θεωρητική συζήτηση προσπάθησε να κρύψει, ούτε να ξεγελάσει κανέναν ήθελε με τις απροσδόκητες και κάποτε αφελείς απαντήσεις του». Πάντως κάθε άλλο παρά συμπτωματική, αντίθετα ως ένδειξη μιας βαθύτερης συγγένειας μπορεί να θεωρηθεί η μνεία του Φώκνερ από τον Στάινμπεκ στην ομιλία του στη Σουηδική Ακαδημία κατά την απονομή: «Ο Φώκνερ διέθετε σε βαθμό μεγαλύτερο από τους περισσότερους, συνείδηση της ανθρώπινης δύναμης και της ανθρώπινης αδυναμίας συνάμα. Ηξερε ότι η κατανόηση και η κατάλυση του φόβου αποτελούν κατ’ εξοχήν λόγους της ύπαρξης του συγγραφέα. Η προαιώνια αποστολή του συγγραφέα δεν έχει μεταβληθεί – οφείλει να αποκαλύπτει τα μύρια θλιβερά σφάλματα και τις αποτυχίες μας, να φέρνει στο φως τα σκοτεινά και επικίνδυνα όνειρά μας στοχεύοντας στη γενική βελτίωση».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ