«Είδαμε τον πύργο στο δάσος. Είδαμε τα στρατεύματα και επιτεθήκαμε. Οι άπιστοι δεν είχαν κανόνια. Εμείς είχαμε κανόνια των πέντε οκάδων. Ρίχναμε μέχρι το βράδυ. Οι άπιστοι φοβήθηκαν και έφυγαν και έτρεξαν προς ένα άσχημο μέρος, προς τ’ Αγραφα. Το ιππικό δεν μπορούσε να δράσει προς εκείνα τα βουνά και πεζικό δεν είχαμε. Πέρασαν τον δρόμο ο ένας ιππέας μετά τον άλλον και εκεί όλοι ξεκαβαλίκεψαν και άρχισαν να πολεμάνε κάτω από τα δέντρα. Οι άπιστοι μας σκόρπισαν. Πολλοί έπεσαν μάρτυρες. Είχε γίνει τέτοια μάχη που ακόμη ένιωθες τη μυρωδιά του μπαρουτιού, τον φόβο του εχθρού, την αγωνία της πείνας. Οι άπιστοι μας είχαν στριμώξει άσχημα. Μάταια πολεμούσαμε. Τέλος, στις 6 ώρα σχεδόν λιποθυμήσαμε χωρίς νερό, διψασμένοι να βρωμάμε μπαρούτι και με φόβο για τον εχθρό. Με τη σκέψη ότι αυτοί οι άπιστοι θα μας έκοβαν το κεφάλι». Ποιος είναι ο «άπιστος», ποιος νιώθει τη δίψα και τη μυρωδιά του μπαρουτιού και τον φόβο του θανάτου;

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ