Η κυβέρνηση, ανοίγοντας την πλατφόρμα για τα εμβόλια AstraZeneca σε ηλικίες άνω των 30 ετών έκανε μια επιλογή. Τάχθηκε με τους επιστήμονες, που υποστηρίζουν πως το «καλύτερο εμβόλιο είναι το γρηγορότερο εμβόλιο», διάβασε τα δεδομένα που είχε από τις ξένες χώρες που περιέγραφαν ως «σπάνια» την παρενέργεια των θρομβώσεων και ζύγισε τα «υπέρ» και τα «κατά», σε μια περίοδο που απόθεμα εμβολίων mRNA δεν υπήρχε και η πανδημία δεν υποχωρούσε.
Υπήρξαν φωνές, ακόμα και από την επιστημονική κοινότητα, που διαφώνησαν με την επιλογή αυτή. Αυτές, σε συνδυασμό με τα πέντε περιστατικά θρόμβωσης/θρομβοπενίας που παρουσιάστηκαν στη χώρα μας (ειδικά τον θάνατο που αποδόθηκε σε παρενέργειες του εμβολίου), ενίσχυσαν την ανησυχία για τα εμβόλια και τις παρενέργειές τους. Ο φόβος που υπάρχει μπορεί να οδηγήσει σε μια εκ νέου μείωση του ρυθμού των εμβολιαστικών ραντεβού – και αυτό είναι το τελευταίο που η χώρα χρειάζεται αυτή τη στιγμή, μπροστά σε ένα καλοκαίρι που θα καθορίσει όχι μόνο την πορεία της πανδημίας στη χώρα, αλλά και την πορεία της οικονομίας τον επόμενο χρόνο.
Σε αυτή τη φάση, οι θρομβώσεις δεν είναι μόνο ιατρικό ζήτημα, αλλά και επικοινωνιακό. Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα έχει διατυπώσει και έχει επιβεβαιώσει, ειδικά στην περίπτωση της Βρετανίας, την άποψη πως τα οφέλη από τα εμβόλια αδενοϊού ξεπερνούν κατά πολύ τα μειονεκτήματα. Το στοίχημα της κυβέρνησης και των ελλήνων επιστημόνων είναι να μεταφέρουν αυτά τα δεδομένα στους πολίτες, εκφράζοντας όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρη και κατηγορηματική θέση για το θέμα των θρομβώσεων. Χωρίς πισωγυρίσματα και γκρίζα σημεία. Μόνο οι καθαρές εξηγήσεις νικούν τον φόβο.