Η ορθή καταγραφή των αντικειμενικών αξιών αποτελεί αναπτυξιακό μέτρο τόσο για την κτηματαγορά όσο και για την ελληνική οικονομία, ενώ παράλληλα μέσω της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης θα καταστήσει τη φορολόγηση πιο αποτελεσματική και κοινωνικά πιο δίκαιη. Οι αντικειμενικές αξίες πριν από τις αλλαγές το 2018 (από το 2007 οι αντικειμενικές άλλαξαν τελευταία φορά το 2018) δεν ανταποκρίνονταν ως επί το πλείστον πάντα στην πραγματική αξία της συναλλαγής, αφού στην πράξη ήταν πάντα χαμηλότερες από την αγοραία αξία του ακινήτου στην προ μνημονίων εποχή ενώ κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης σε πολλές περιπτώσεις, λόγω της μείωσης των τιμών, οι αντικειμενικές αξίες ήταν υψηλότερες από την αγοραία αξία. Η ελληνική αγορά ακινήτων αναμένεται να ωφεληθεί σημαντικά στην προσπάθειά της να ενταχθεί στις ώριμες αγορές και στην προσέλκυση επενδύσεων, ενώ έτσι θα δημιουργηθεί επιπλέον δημοσιονομικός χώρος για την περαιτέρω μείωση της φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας. Από την άλλη πλευρά, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, η κτηματαγορά μέτρησε σημαντικές απώλειες. Οι αγοραπωλησίες ακινήτων που αφορούσαν το πρόγραμμα Golden Visa μειώθηκαν σχεδόν 80%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, το 2020 εκδόθηκαν μόλις 403 νέες άδειες παραμονής προς επενδυτές από τρίτες χώρες, όταν το 2019 είχαν εκδοθεί 3.504 άδειες.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ