Το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στην αγορά εργασίας ήταν έτοιμο πολύ πριν τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Αργησε όμως να παρουσιαστεί προκειμένου η κυβέρνηση να αποφύγει τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης που δεν θα είχαν να κάνουν με το ίδιο το σχέδιο νόμου αλλά με τον χρόνο κατάθεσής του. Η καθυστέρηση αυτή από μια άποψη ευνοεί, λοιπόν, μια δημόσια συζήτηση για την ουσία του, όχι για χάρη των εντυπώσεων που ίσως επηρεάσουν τα δημοσκοπικά ποσοστά των κομμάτων.
Το εργασιακό μπορεί να ιδωθεί σαν ένα μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση. Οχι μόνο επειδή θα μετρήσει τις δυνάμεις της μετρώντας τις αντιδράσεις σε αυτό ή την αληθινή ισχύ της αντιπολίτευσης – ειδικά της αριστερής αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αλλά κι επειδή είναι το πρώτο νομοσχέδιο στο οποίο διαφαίνεται η προοπτική να ανοίξει ο κύκλος των μεγάλων μεταρρυθμίσεων στην χώρα.
Οι μεταβολές που φέρνει στην καθημερινότητα εργαζομένων και εργοδοτών δύνανται να χαρακτηριστούν ως αλλαγές υποδείγματος και νοοτροπίας. Το ελληνικό κράτος οφείλει επιτέλους να προσαρμοστεί στις ανάγκες του 2021, και να απαντήσει νομοθετικά στην κατάσταση που έχει διαμορφώσει η ίδια η εργασιακή ζωή αντί να μένει προσκολλημένο σε εργατικούς νόμους που γράφτηκαν για να λύσουν τα προβλήματα άλλων, περασμένων, εποχών.
Τα παραδείγματα των κυβερνήσεων που οπισθοχώρησαν από εμβληματικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες οι ίδιες είχαν εξαγγείλει διδάσκουν πως τελικά εκείνες δεν κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν καμιά μεγάλη τομή. Δεδομένου λοιπόν του αιτήματος της κοινής γνώμης – που εκφράστηκε στην τελευταία εθνική κάλπη ευθαρσώς – να αλλάξουν αρκετά από αυτά που θεωρούσαμε θέσφατα πριν από τις πολλές κρίσεις της περασμένης δεκαετίας, η τωρινή κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει πως η πορεία προς τον εκσυγχρονισμό θα ξεκινήσει.