Η τελευταία συνέντευξη του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης δημιούργησε πλήθος ετερόκλητων ερμηνειών και αναλύσεων για το τι θέλει και τι δεν θέλει ο ίδιος, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, από την εκλογή ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ, για το αν θα παραιτηθεί υπέρ άλλου «πρωθυπουργικού προσώπου» σε περίπτωση «προοδευτικής διακυβέρνησης», για το αν ετοιμάζει τη διαδοχή του σε περίπτωση ήττας και διάφορες άλλες εικασίες για ανομολόγητες ή μη σκέψεις του.
Νομίζω ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ έκανε μια καθαρά πολιτική παρέμβαση, όπως κάνουν συνήθως οι πολιτικοί αρχηγοί, όμως στη βάση της δικής του αγωνίας για το προσωπικό του μέλλον και το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ και όχι, όπως πιστεύουν κάποιοι, επειδή έχει κάποιες ιδιαίτερες προτιμήσεις για τα πρόσωπα που αγωνίζονται για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Οπως, φυσικά, δεν ένιωσε την ανάγκη να αποδείξει τη δημοκρατικότητά του απέναντι στα άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας ότι και ο ίδιος είναι υπό διαρκή κρίση από όλους. Ο κ. Τσίπρας δείχνει να προβληματίζεται έντονα για τη μεγάλη εικόνα των πολιτικών συσχετισμών. Αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι το ενδεχόμενο να χάσει και τις επόμενες εκλογές από τον κ. Μητσοτάκη γίνεται ολοένα και πιο πιθανό, αγγίζοντας τα όρια της βεβαιότητας, και ότι η ανατροπή ενός τέτοιου ενδεχομένου μοιάζει περίπου με άπιαστο όνειρο. Το γεγονός ότι έπειτα από δύο χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ οι διαφορές πρώτου και δεύτερου κόμματος παραμένουν μεγάλες πιστοποιούν αυτή την εκτίμηση.
Ετσι, οι προσπάθειές του επικεντρώνονται, πλέον, στη διαχείριση μιας πολιτικής ανηφόρας για τον ίδιο και το κόμμα του. Κεντρικό στοιχείο αυτής της πολιτικής διαχείρισης, η οποία συγκροτεί και το βασικό πολιτικό του αφήγημα, είναι να εμφανίζει με κάθε τρόπο ότι η προοπτική μιας αντιδεξιάς – «προοδευτικής» διακυβέρνησης, παραμένει ζωντανή.
Γνωρίζει πολύ καλά ότι η μονοκομματική προοπτική διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως ανέφικτη, δεδομένου ότι στις καλύτερες στιγμές του και με το ιδανικότερο γι’ αυτόν κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον, στις εκλογές του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε ποσοστό 36,3%.
Αν, λοιπόν, δεν εμφανίζεται ως πολιτικό ενδεχόμενο, αυτό της αντιδεξιάς – «προοδευτικής» διακυβέρνησης, με δυνάμεις που θα μπορούσαν στις επόμενες εκλογές να συμπορευτούν μαζί του, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπει σε κίνδυνο σοβαρής αποδιάρθρωσης. Δεν θα μιλάμε απλώς για εκλογική ήττα, αλλά για πανωλεθρία και κίνδυνο διάλυσης. Η αλήθεια είναι ότι κάποια ηγετικά πρόσωπα του ΚΙΝΑΛ τού προσφέρουν αυτό το σωσίβιο μιλώντας διαρκώς για την ανάγκη αντιδεξιάς – «προοδευτικής» διακυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, απευθυνόμενος στην εσωκομματική του αντιπολίτευση, λέει ανοικτά ότι θέτει υπό κρίση τον εαυτό του ισότιμα με τα υπόλοιπα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, στα οποία «ρίχνει το γάντι» με τη φράση «είτε αμφισβητήστε με τώρα και πάμε για εκλογές ηγεσίας ή αφήστε το για μετά τις εκλογές, αν χάσω». Ετσι, εξουδετερώνει προληπτικά κάθε ηγετική προεκλογική αμφισβήτηση και, το κυριότερο, λύνει τα χέρια του για να πάρει τις πρωτοβουλίες που θέλει σχετικά με τις επιλογές πολιτικής που θα ακολουθήσει και της ταυτότητας που θα προσδώσει στο κόμμα του.
Σε κάθε περίπτωση, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ κάνει το πολιτικά αυτονόητο. Υπερασπίζει το αφήγημά του και τη θέση του – και καλά κάνει. Το τραγικό γι’ αυτόν είναι ότι συνειδητοποεί πως ίσως δεν θα έχει καμία δυνατότητα, τελικά, να νικήσει αυτόν που πάντα θεωρούσε ότι ήταν του χεριού του, τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ο Γιώργος Φλωρίδης είναι πρώην υπουργός