Ανοιχτή πύλη είναι πλέον για την κυβέρνηση οι «μεταρρυθμίσεις», την οποία επιχειρεί να διασχίσει σε έναν δρόμο πιο ξεκάθαρο μετά τη θολούρα από την ομίχλη της πανδημίας. Eν μέσω υγειονομικής κρίσης, η μεταρρυθμιστική ατζέντα μπορεί να μην έκλεισε ποτέ για την Αθήνα, κάτι που αναγνωρίζουν και οι θεσμοί στις εκθέσεις αξιολογήσεων, όμως το μονοπάτι ήταν δύσβατο βάζοντας πολλές από τις δράσεις – που είχαν καταρτιστεί από το 2019 – στο συρτάρι. Με εμφανή τα σημάδια ανυπομονησίας μιας σημαντικής δεξαμενής πολιτών για αρκετές προεκλογικές δεσμεύσεις, κυρίως για τον τομέα των φοροελαφρύνσεων, αλλά και την ανάγκη να «τρέξουν» κρίσιμες αποφάσεις για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας παράλληλα με το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης, αρχίζει να διαφαίνεται η πρόκληση των κατοικούντων στην Ηρώδου Αττικού για την επόμενη ημέρα. Τα εύσημα των Βρυξελλών για την κατάρτιση του ελληνικού αναπτυξιακού και μεταρρυθμιστικού σχεδίου της Αθήνας Ελλάδα 2.0 γεμίζουν μεν ικανοποίηση την κυβέρνηση αλλά και αγωνία για την υλοποίηση των δράσεων. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Τράπεζας της Ελλάδος, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων συνεισφέρει επιπλέον στον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,45 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο κάθε χρόνο την περίοδο 2021 – 2026 και αυξάνει μακροπρόθεσμα τα επίπεδα του πραγματικού προϊόντος, της ιδιωτικής επένδυσης και της απασχόλησης κατά 6%, 8,5% και 4%, αντιστοίχως. Επιπλέον, οδηγεί σε μόνιμη αύξηση της φορολογικής βάσης, που συνεπάγεται αύξηση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστού του ΑΕΠ κατά περίπου 2,5 ποσοστιαίες μονάδες μακροπρόθεσμα, δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για μείωση φόρων 5 δισ. ευρώ.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ