«Τα χθεσινά πλήγματα που διέταξε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στη Συρία και το Ιράκ, εις βάρος παραστρατιωτικών οι οποίοι πρόσκεινται στο Ιράν, δεν ήταν τα πρώτα και δεν είναι πιθανό να είναι τα τελευταία κατά τη διάρκεια της προεδρίας του», εκτιμούσε η ανάλυση του Reuters. Επισήμως, από την Ουάσιγκτον διαρρέει η πληροφορία ότι αιτία για τα πλήγματα αυτά είναι οι αυξανόμενες επιδρομές εναντίον δυνάμεων και εγκαταστάσεων που υποστηρίζονται από τους Αμερικανούς και τους συμμάχους τους στην περιοχή. «Εάν δεν αποκατασταθεί η δυνατότητα αποτροπής, τότε η ύπαρξη απωλειών από την πλευρά των ΗΠΑ θα καθίσταται ολοένα πιο πιθανή», εκτίμησε ο Μάικλ Νάιτς, του Washington Institute for Near East Policy.  Τα ερωτήματα, ωστόσο, παραμένουν. Σημαίνουν τα τελευταία γεγονότα ότι ο Μπάιντεν και οι στρατηγοί του έχουν επιλέξει να αντιμετωπίσουν δυναμικά την Τεχεράνη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται; Μήπως ο πρόεδρος των ΗΠΑ και το επιτελείο του θέλουν απλώς να αποδείξουν στο Ισραήλ και τη νέα του κυβέρνηση ότι παραμένουν στο πλευρό του; Να πρόκειται, άραγε, για ένα μήνυμα ισχύος προς τον νέο, σκληροπυρηνικό πρόεδρο του Ιράν, Εμπραχίμ Ραΐσι; Και τι επιπτώσεις θα έχει η κλιμάκωση της έντασης στις συνομιλίες που (θεωρητικά) έχουν στόχο μια νέα συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν;

«ΗΠΑ και Ιράν προσεγγίζουν ένα σημείο καμπής», σημειώνει στη δική της ανάλυση η «Washington Post», επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί η διπλωματία και η στρατιωτική αντιπαράθεση να συνεχίζουν επί μακρόν την παράλληλη πορεία τους. Μάλιστα, μιλώντας στους «New York Times» από το Παρίσι, ο υπουργός Εξωτερικών, Αντονι Μπλίνκεν, είχε ισχυριστεί πως για τη χώρα του «πλησιάζει» η στιγμή που θα αποχωρήσει από το τραπέζι των συνομιλιών – κάτι που, βεβαίως, απεύχονται οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι πρωταγωνίστησαν στην επανάληψή τους.

Το σίγουρο είναι πως το Ισραήλ θέλει και απαιτεί να έχει άμεση γνώση των προτεραιοτήτων και των αποφάσεων της Ουάσιγκτον, ειδικά όσον αφορά το Ιράν. Γι’ αυτό, υπάρχει ένας οργασμός επαφών στο ανώτατο επίπεδο αυτό το διάστημα. Τη Δευτέρα, πέρασε την πόρτα του Λευκού Οίκου ο πρόεδρος του Ισραήλ, Ρέουβεν Ρίβλιν. Μία ημέρα νωρίτερα, είχε πραγματοποιηθεί συνάντηση ανάμεσα στους επικεφαλής της αμερικανικής και της ισραηλινής διπλωματίας. Επίσης, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι προετοιμάζεται εντατικά επίσκεψη του νέου πρωθυπουργού του Ισραήλ, Νάφταλι Μπένετ, στην Ουάσιγκτον, πιθανότατα τον Ιούλιο.

Στο μεταξύ, ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στο συγκεκριμένο μέτωπο, μια ιστορική επίσκεψη πραγματοποιήθηκε χθες. Ο Γιαΐρ Λαπίντ έγινε ο πρώτος υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ ο οποίος επισκέφθηκε τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με την ευκαιρία του ανοίγματος της πρεσβείας στο Αμπου Ντάμπι και του προξενείου στο Ντουμπάι. Η επίσκεψη είναι αποτέλεσμα της αποκατάστασης των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες, τον περασμένο Αύγουστο, επί πρωθυπουργίας του Μπενιαμίν Νετανιάχου, που ανοίγει τον δρόμο για στενότερες επαφές του Ισραήλ και με άλλες αραβικές χώρες.