Και ποιος (δις εμβολιασμένος) δεν θυμάται το απόλυτο μπεστ σέλερ του 1990; Οι εκδόσεις Αγρα ανατύπωσαν έκτοτε κάμποσες φορές το εντυπωσιακό αστυνομικό του Ολιβερ Μπανκς και στην επικράτεια δεν υπήρχε οικιακή βιβλιοθήκη που να μην ήταν κάπου σφηνωμένη η γυαλιστερή μαυροκόκκινη ράχη του. Πέντε χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε και «Ο χαμένος πίνακας του Ρέμπραντ» του ίδιου συγγραφέα, από τον ίδιο εκδοτικό οίκο, το γκελ όμως της «Μανίας» δεν το ‘φτασε ποτέ κανένα άλλο βιβλίο Τέχνης και εγκλήματος. Και τα δυο αυτά μυθιστορήματα εμφανίζονται σήμερα στις βιβλιοφιλικές διαδικτυακές σελίδες ως εξαντλημένα και πωλούνται πλέον ως «μεταχειρισμένα», αν βρω το δικό μου μέσα στο χάος της βιβλιοθήκης μου, θα το χαρίσω στους υπεύθυνους της Εθνικής Πινακοθήκης, να ‘χουν ένα ωραίο αστυνομικό να διαβάζουν τις απέραντες ώρες σχόλης που ελπίζω ότι τους περιμένουν μετά από το φιάσκο της κλοπής. Και γιατί τόσος χρόνος αναμονής, θα μου πεις, και θα ‘χεις δίκιο. Γιατί το γκρέμισμα και η ανοικοδόμηση της Εθνικής Πινακοθήκης δεν είναι σαν τον ναό του Σολομώντος που τη μια μέρα σωριάστηκε και την τρίτη υψώθηκε ολόρθος. Χρειάστηκαν εννιά χρονάκια για να ολοκληρωθεί το θαύμα, με μια μικρή απώλεια: ένα μεσαιωνικό σκίτσο με το οποίο ο φερόμενος σκουπίστηκε, το ‘ριξε στην τουαλέτα και τράβηξε το καζανάκι! Παστρικές δουλείες, ό,τι κι αν πεις.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ