Ενα παιχνίδι διαρκών προκλήσεων παίζει η Τουρκία από τα τέλη του 2019 και μετά, αξιοποιώντας όλες τις εστίες έντασης στο πεδίο των ελληνοτουρκικών. Ενταση που πλέον μεταφέρεται στην Κύπρο, με ορόσημο την επίσκεψη του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα Κατεχόμενα και με τη διεθνή κοινότητα να τελεί σε στάση αναμονής για το τι θα ανακοινώσει. Με την Αγκυρα να δείχνει να αναζητά νέες ισορροπίες, που θα την εξυπηρετήσουν τόσο στο εσωτερικό της μέτωπο όσο και στην εικόνα της στο εξωτερικό, επιδιώκει για μία ακόμα φορά να διαχωρίσει το Κυπριακό από τις προκλήσεις της απέναντι στην Ελλάδα. Θεωρώντας ότι το Κυπριακό, μετά και το 2004, δεν μπορεί πλέον να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της διεθνούς κοινότητας, η τουρκική διπλωματία επενδύει στην εικόνα του διαλόγου με την Ελλάδα και της αδιαλλαξίας στην Κύπρο. Οι πρόσφατες διαρροές από τουρκικές διπλωματικές πηγές περί θετικής διάθεσης της Αγκυρας για παραπομπή της διαφοράς ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας σε διεθνή δικαστήρια – χωρίς να αποκλείουν και τη Χάγη – εάν ακολουθηθεί η μεθοδολογία των συμφωνιών της Αθήνας με Ρώμη και Κάιρο, χαρακτηρίζονται από διπλωμάτες ως μία νέα προσπάθεια ελιγμών στη σκακιέρα των εντυπώσεων. Η τουρκική διπλωματία χρειάζεται έναν αντιπερισπασμό «διαλλακτικότητας» για τις κινήσεις της στην Κύπρο, που χρησιμοποιεί ως ένα ακόμα διαπραγματευτικό χαρτί στην περιοχή. Η δήλωση «καλών προθέσεων» απέναντι στην Ελλάδα, με την προσπάθεια αξιοποίησης των συμφωνιών που έγιναν με Ιταλία και Αίγυπτο θεωρεί ότι της δίνει την έξωθεν καλή μαρτυρία που θα την προστατεύσει από αντιδράσεις της ΕΕ ή των ΗΠΑ. Παράλληλα το blame game εναντίον της Ελλάδας συνεχίζεται με προσπάθεια εκμετάλλευσης όλων των ζητημάτων που μπορούν να παρουσιάσουν την Αθήνα ως υπόλογη.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ