Οταν δεν απολάμβανε τη βότκα του – σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Βρετανούς που λατρεύουν το τζιν – έκανε συλλογή από επαγγελματικές αποτυχίες: δεν κατάφερε να ενταχθεί στο δυναμικό του υπουργείου Εξωτερικών κατόπιν εξετάσεων. Πέρασε για λίγο από τα δημοσιογραφικά γραφεία του πρακτορείου Reuters για να ακολουθήσει καριέρα χρηματιστή, όπου χαρακτηρίστηκε ως «ο χειρότερος του κόσμου». Επιστρατεύτηκε στο Βασιλικό Ναυτικό και ονειρευόταν ριψοκίνδυνες αποστολές που θα ταίριαζαν σε σελίδες κατασκοπικού μυθιστορήματος. Κι όταν διαπίστωσε ότι όλα όσα ονειρευόταν δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν αποφάσισε να τα βάλει στο χαρτί. Επλασε ήρωες με κλεμμένα ονόματα – ακόμη και ο διασημότερος κατάσκοπός του φέρει το όνομα ενός συγγραφέα οδηγού για πτηνά. Τους πασπάλισε με μπόλικη λάμψη της επιφανειακής ζωής που ζούσε και ο ίδιος κατά τις πρώτες δεκαετίες της ζωής του. Τους μπόλιασε με το συντηρητικό πνεύμα του, τις ανησυχίες του για τη μεταπολεμική εργατική τάξη και τον κομμουνιστικό κίνδυνο, τις αγωνίες του για τη νεολαία και την παρουσία μεταναστών. Και κατάφερε να βάλει τα γυαλιά σε όσους τον αμφισβητούσαν και ιδιαιτέρως στη μητέρα του, που δεν του είχε διαλύσει απλώς τον αρραβώνα με τη γυναίκα που αγαπούσε, αλλά τον θεωρούσε κι υποδεέστερο καθώς ήταν ο λιγότερο επαγγελματικά επιτυχημένος συγκριτικά με τα αδέλφια του.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ