To παιχνίδι του ήταν συγκλονιστικό, δικαίως υποκλίνεται όλος ο πλανήτης σε αυτόν τον «διαστημικό» παίκτη. Και οι δηλώσεις που έκανε μετά την κατάκτηση του τίτλου ήταν βαθύτατα συγκινητικές. Μίλησε για την οικογένειά του, για τα παιδικά του χρόνια, για το μεγάλο ταξίδι που τον έφερε από τα Σεπόλια στο Μιλγουόκι, για την αγαπημένη του ομάδα, για τη σκληρή δουλειά που οδήγησε στην κορυφή ένα παιδί το οποίο μέχρι πριν από λίγα χρόνια αγωνιζόταν να επιβιώσει. Χρησιμοποίησε το δικό του παράδειγμα για να καλέσει τα παιδιά όλου του κόσμου να πιστέψουν στα όνειρά τους. Φώναξε, αστειεύτηκε, δάκρυσε, παθιάστηκε. Αποθεώθηκε.
Η Ελλάδα είναι σήμερα υπερήφανη για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Δεν του φέρθηκε πάντα καλά: όπως δήλωσε πέρυσι και ο ίδιος, για να δεχθεί στη συνέχεια υβριστικές και ρατσιστικές επιθέσεις από διάφορους ανεγκέφαλους, «είναι δύσκολο να μεγαλώνεις σε μια χώρα λευκών». Ο Γιάννης πέρασε κακουχίες, ακόμη και πείνα. Πήρε την ελληνική ιθαγένεια μόνο όταν ήταν πλέον σαφές ότι επρόκειτο για ένα μεγάλο ταλέντο που θα διέπρεπε στο εξωτερικό – κι ας είχε γεννηθεί εδώ, κι ας είχε φοιτήσει στο ελληνικό σχολείο. Αλλά δεν κράτησε καμιά πίκρα μέσα του. Δεν είπε ποτέ έναν κακό λόγο για τη γενέτειρά του. Αντιθέτως, ήταν πάντα ο καλύτερος πρεσβευτής της.
Να το θυμόμαστε αυτό. Να τιμάμε τα παιδιά μας, κι όχι μόνο στις δόξες τους. Κι εκείνο το σύνθημα για τον Ελληνα που δεν γίνεται, μόνο γεννιέται, ας το ενταφιάσουμε οριστικά.