Oι πολίτες παρακολουθούν, καταγράφουν, ελέγχουν. Οι πολίτες οργίζονται, θλίβονται, αναγνωρίζουν, καταλογίζουν ευθύνες. Οι πολίτες, επίσης, θυμούνται. Ενδεχομένως όχι όσα έγιναν πριν από δεκαετίες, σίγουρα όμως όσα έγιναν στην πρόσφατη ιστορία.
Aυτό θα μπορούσε να είναι το βασικό συμπέρασμα της πρώτης δημοσκόπησης που έγινε μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές και που τα αποτελέσματά της δημοσιεύουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ». Οι πολίτες δεν έχουν καμιά αμφιβολία ότι ο κρατικός μηχανισμός θα μπορούσε να έχει ελέγξει πιο αποτελεσματικά την εξάπλωση των πυρκαγιών: το πιστεύουν τρεις στους τέσσερις. Στο κάδρο των ευθυνών μπαίνει και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, καθώς σχεδόν έξι στους δέκα πολίτες τού καταλογίζουν αστοχίες. Καλά έκανε λοιπόν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ζήτησε εγκαίρως συγγνώμη, έστω και χωρίς να εξηγήσει γιατί.
H δυσαρέσκεια των πολιτών επεκτείνεται και στη διαχείριση της πανδημίας, καθώς για πρώτη φορά οι αρνητικές κρίσεις υπερβαίνουν τις θετικές. Αυτό οφείλεται εν μέρει στη νέα αύξηση των κρουσμάτων. Αν ληφθούν υπόψη όμως και τα ευρήματα για τις πυρκαγιές, προκύπτει μια εικόνα γενικότερης φθοράς της κυβέρνησης, ένα πρώτο ρήγμα στην πολιτική της κυριαρχία.
Αυτά είναι τα κακά νέα για την κυβέρνηση. Τα καλά νέα είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση επωφελείται ελάχιστα από αυτή τη δυσαρέσκεια: το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ είναι κατά μόλις τρία δέκατα της μονάδας μεγαλύτερο σε σχέση με τον περασμένο Ιούνιο, με αποτέλεσμα η διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα να παραμένει διψήφια. Οι πολίτες δεν ξεχνούν το Μάτι. Πάνω από έξι στους δέκα, έτσι, βλέπουν αρνητικά τις τοποθετήσεις του ΣΥΡΙΖΑ στο ζήτημα των πυρκαγιών. Κι ακόμη περισσότεροι έχουν αρνητική άποψη για τον Αλέξη Τσίπρα.
Επιβεβαιώνεται λοιπόν για άλλη μια φορά ότι ο μεγαλύτερος αντίπαλος της κυβέρνησης είναι ο εαυτός της. Οι πολίτες θεωρούν ότι μια λύση θα ήταν ο ανασχηματισμός, αλλά αυτό θα το αποφασίσει ασφαλώς ο Πρωθυπουργός. Σε κάθε περίπτωση, η εποχή της αυταρέσκειας τελείωσε. Οι πολίτες ζητούν δράση.