Οσο κι αν είναι δύσκολο, ας επιχειρήσουμε να ξεχάσουμε για λίγο το φιάσκο της υπόθεσης Αποστολάκη, που σημάδεψε τον ανασχηματισμό. Και ας υποθέσουμε ότι όλα αυτά τα θλιβερά ευτράπελα δεν είχαν συμβεί. Οτι ο απόστρατος ναύαρχος είχε ορκιστεί κανονικά. Τώρα ας υποθέσουμε ότι ερχόταν και πάλι μία ημέρα που η χώρα βρισκόταν εκ νέου αντιμέτωπη με μεγάλες πυρκαγιές. Εδώ λοιπόν ανακύπτουν δύο ερωτήματα: η συναίνεση θα είχε σβήσει αποτελεσματικά τις πυρκαγιές; Θα είχε επιτευχθεί κάτι διαφορετικό επειδή ο πολιτικός επικεφαλής θα είχε τις ευλογίες όλων; Δηλαδή οι προηγηθείσες τραγωδίες οφείλονται στην έλλειψη συναίνεσης; Αυτή κατέκαψε ένα εκατομμύριο στρέμματα δασών και τόσα σπίτια, ή, χειρότερα, τόσους ανθρώπους παλιότερα στο Μάτι; Αν υπήρχε συναίνεση θα είχαν σωθεί; Το δεύτερο ερώτημα: αν και επί Αποστολάκη ζούσαμε τραγωδίες, τι θα γινόταν; Θα έλεγε η κοινή γνώμη «ε καλά, δεν πειράζει, αφού κάηκαν με… συναίνεση, όλα εντάξει»; Τα ερωτήματα είναι ρητορικά. Δεν χρήζουν απάντησης. Απλώς καθιστούν προφανές ότι όλα αυτά που έγιναν δεν έχουν να κάνουν με την ουσία του προβλήματος, αλλά με τη διαχείριση των ευθυνών οψέποτε ξαναπροκύψουν. Από πλευράς ουσίας, όλη η ιδέα που συνδέει έτσι την αντιμετώπιση καταστροφών με την πολιτική συναίνεση είναι μία συζήτηση περί όνου σκιάς. Δεν έχει πραγματικό αντικείμενο, πλην της προσπάθειας να καλυφθούν πίσω από αυτή ευθύνες για επόμενες καταστροφές, με φύλλο συκής κάτι σαν «μαζί τα κάψαμε», για να παραλλαχθεί η γνωστή ρήση Πάγκαλου. Είναι σαν η κυβέρνηση να θεωρεί περίπου δεδομένο ότι θα ξανακαούν και να ξέρει ότι θα μπορεί να κουνάει κι αυτή το δάχτυλο.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ