Απ’ όλα τα παραδείγματα που είχε στη διάθεσή του για να δείξει την ανάγκη ελέγχου των εκφραστικών μέσων ενός ερμηνευτή επέλεξε τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» για τη συνέντευξή μας. Διόλου τυχαία: σύμφωνα με το βιογραφικό του, ο 52χρονος Γιόνας Κάουφμαν ξεκίνησε να τραγουδάει από μαθητής του Δημοτικού, παρακολούθησε το συγκεκριμένο έργο στην Οπερα του Μονάχου όταν ήταν πέντε ετών και τότε αποφάσισε πως ήθελε να γίνει λυρικός τραγουδιστής. Βρήκε μπροστά του τον ρόλο του Πίνκερτον το 2008, όταν τον ηχογράφησε για την ΕΜΙ, ενώ είχε ήδη κάνει το ντεμπούτο του στο Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ (το 1999, «Δόκτωρ Φάουστ» του Μπουσόνι) και στη Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης το 2006, ως Αλφρέδο στην «Τραβιάτα» του Βέρντι μαζί με την Αντζελα Γκεοργκίου. Εκείνη ήταν η αρχή μιας καριέρας στην οποία δεν ακολούθησε ποτέ την ειδίκευση. Το ιταλικό ρεπερτόριο εναλλασσόταν με το γαλλικό και το γερμανικό – μόλις πρόσφατα εμφανίστηκε στο Μόναχο στον πρωταγωνιστικό ρόλο του βαγκνερικού «Τριστάνος και Ιζόλδη», της όπερας με το ορατόριο και το λιντ τα οποία λατρεύει. Την προηγούμενη φορά μάλιστα που είχε επισκεφθεί την Αθήνα, το 2014 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, ένα τμήμα του ρεπερτορίου ήταν «Τα τραγούδια ενός οδοιπόρου» του Μάλερ. Στις 17 Σεπτεμβρίου, εξάλλου, αναμένεται να κυκλοφορήσει από τη Sony Classical το άλμπουμ «Freudvoll und Leidvoll» με λίντερ του Φραντς Λιστ. H αφορμή βέβαια για τη συνέντευξή μας – στην οποία απάντησε στα γερμανικά με γραπτό ερωτηματολόγιο – είναι η πρώτη εμφάνισή του στο Ηρώδειο, ως καλεσμένου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, υπό τη μουσική διεύθυνση του Γιόχεν Ρίντερ και τη συνοδεία της ορχήστρας της ΕΛΣ. Στις 13 του μήνα καλείται να ερμηνεύσει ορισμένες από τις δημοφιλέστερες άριες των Βέρντι, Πουτσίνι, Μπιζέ, Μασκάνι, Μασνέ και Τζορντάνο.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ