Με τρόπο περιγραφικό και γλαφυρό, ενώνοντας τα κομμάτια-πειστήρια της δικογραφίας, οι δικαστές περιγράφουν το εφιαλτικό σκηνικό που έστησε η κατηγορουμένη προκειμένου να επιτεθεί στην Ιωάννα. Ενα έγκλημα που σχεδίασε και τέλεσε με «ευκολία, μεθοδικότητα και ψυχρότητα». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η 35χρονη Εφη, στις 18 Μαΐου του 2020, δηλαδή δυο ημέρες πριν επιτεθεί στην άτυχη κοπέλα επισκέφθηκε κατάστημα πώλησης φυτών και φυτοφαρμάκων στην Καλλιθέα, κοντά στην εταιρεία που εργαζόταν η Ιωάννα «και ζήτησε να προμηθευτεί βιτριόλι». Την επόμενη κιόλας ημέρα, «έχοντας καταλήξει στο σχέδιο φόνευσης της Παλιοσπύρου», αποφάσισε να εκτελέσει το έγκλημά της. Κάλεσε ταξί από καρτοτηλέφωνο της Λεωφόρου Συγγρού, για να την παραλάβει από σημείο της Καλλιθέας. Δήλωσε πως είναι ομογενής από τις ΗΠΑ. Ζήτησε από την οδηγό του ταξί να την περιμένει για περίπου 25 λεπτά και έχοντας καλύψει τα χαρακτηριστικά του προσώπου της – «έφερε περούκα καστανού χρωματισμού, φορούσε καμπαρντίνα, γάντια και βαριά για την εποχή ενδύματα» – μετέβη στον τόπο εργασίας της Ιωάννας προκειμένου να της επιτεθεί με το οξύ. Πλην, όμως, την ημέρα εκείνη «για άγνωστο λόγο» δεν εκτέλεσε το σχέδιό της «προφανώς γιατί δεν έκρινε τις συνθήκες πρόσφορες προς τούτου». Κάτι, που έκανε εν τέλει, μια ημέρα αργότερα, ήτοι στις 20 Μαΐου του 2020, σημαδεύοντας για πάντα το σώμα αλλά και την ψυχή της Ιωάννας.