Ο Χέρμαν Μέλβιλ πάλευε με τον «Μπίλλυ Μπαντ» στα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του, από το 1886 ως το 1891. Εκοβε, έραβε, πρόσθετε δοκιμιακές παρεκβάσεις. Το έργο παρέμεινε εντούτοις ανολοκλήρωτο. Ο 72χρονος συγγραφέας είχε πρακτικά σταματήσει να παράγει κάτι αξιόλογο από το 1851 που δημοσιεύτηκε ο «Μόμπι Ντικ» (κατ΄ άλλους, από το 1857, όταν είδε το φως «Ο μεγάλος απατεώνας», εκδ. Πατάκη, μτφ. Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος, 2021). Εντυπωσιακό ακούγεται, αν σκεφτεί κανείς ότι το αριστούργημά του δημοσιεύτηκε όταν ήταν μόλις 32 ετών. Ωστόσο οι σοβαρές επιφυλάξεις με τις οποίες αντιμετωπίστηκε τον έριξαν στη συγγραφική λησμονιά ή και την εθελούσια απόσυρση. Ο ίδιος ένιωθε πως δεν μπορούσε να εκφράσει όσα ήθελε μέσα στο κοινωνικό περίβλημα της εποχής και η αλήθεια είναι πως ο «Μόμπι Ντικ» αλλά και το τελευταίο του έργο επιβεβαιώνουν το βάθος, τις καινοτομίες αλλά και τις άλυτες αντιφάσεις των αναζητήσεών του. Οπότε βιοποριζόταν διά της δημοσιοϋπαλληλίας – τελωνειακός – μέχρι να αποκτήσει μια φάρμα για τα τελευταία του χρόνια. Εκεί κατάφερε με τα πολλά να περαιώσει τη δουλειά του αυτή, που ωστόσο έμεινε στην αφάνεια ως το 1924, εποχή που άρχισε να ανασταίνεται εκ νεκρών (συγγραφικά μιλώντας πάντα) και η πρωτοποριακή του ιδιοφυΐα να αναγνωρίζεται από μορφές όπως ο Λιούις Μάμφορντ.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ