Στα μέσα του 2020, όταν όλα είχαν επισκιαστεί από το άγνωστο αποκορύφωμα της κρίσης του Covid, με βάση ορισμένες υποθέσεις που αφορούσαν κυρίως το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης και τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που χρησιμοποιούσαν σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης, είχαμε κάνει ψύχραιμες προβλέψεις που αφορούσαν τα επόμενα χρόνια 2021, 2022 κ.λπ.
Οι εκτιμήσεις αυτές προέβλεπαν ανάκαμψη της οικονομίας η οποία μάλιστα θα αφορούσε περισσότερο το 2022 και λιγότερο το 2021. Είχαμε μάλιστα διατυπώσει ως επικρατούσα αντίληψη του σχήματος της ανάκαμψης, μία μορφή εξέλιξης που αναπαρίστατο περισσότερο με το σήμα της NIKE, δηλαδή ύφεση με μία μακρόσυρτη σταδιακή ανάκαμψη. Μόνο για την Κίνα υπήρχαν εκτιμήσεις για ανάκαμψη τύπου V που σ’ ένα σημαντικό βαθμό επιβεβαιώθηκαν.
Η εκτίμηση αυτή δεν είχε λάβει υπόψη της δύο θέματα που εντέλει λειτούργησαν με θετικό πρόσημο. Τον χρόνο έλευσης των εμβολίων, που ήρθαν αντί για 18 μήνες που υπολογίζαμε τον Μάρτιο του 2020 σε επτά μήνες και τα συμπιεσμένα εισοδήματα από την πανδημία που ενίσχυσαν την κατανάλωση και άρα τις εξαγωγές, κατά τρόπο απότομο και μαζικό. Στους παράγοντες που θα επιδρούσαν αρνητικά υπολογίζαμε τις αναταραχές στις γραμμές παραγωγής και στην ανθρωπογενή οργάνωση της οικονομίας (έμφαση σε τουρισμό, υπηρεσίες και ΜΜΕ).
Η ελληνική οικονομία συγκέντρωσε πολλά αρνητικά και λίγα θετικά στοιχεία, πλην μίας ιδιαίτερης ψυχραιμίας που είχε επιδείξει στο πρώτο κύμα του Covid-19. Ομως, οι προβλέψεις μας ανετράπησαν, αυτήν τη φορά προς τη θετική πλευρά (και δεν θυμάμαι να μας έχει ξανασυμβεί αυτό στην ελληνική οικονομία). Η ανάκαμψη έχει σχήμα V. Οι υφέσεις στην ελληνική οικονομία το 2020 και το πρώτο τρίμηνο του 2021 ήταν μικρότερες του αναμενόμενου και οι ανακάμψεις το δεύτερο τρίμηνο του 2021 ήταν πολύ μεγαλύτερες του αναμενόμενου.
Μάλιστα, εκτιμάται ότι εφόσον το τρίτο τρίμηνο του έτους θα εξελιχθεί όπως πιστεύουμε ότι εξελίσσεται με τον τουρισμό να φθάνει το 66% (ή περισσότερο) του 2019 για όλο το έτος, τότε αναμένουμε μία ανάκαμψη που θα κινηθεί γύρω στο 7 με 8%! Εχουμε εκτιμήσει ότι αυτή η ευχάριστη διάψευση για την ελληνική οικονομία, η οποία μάλιστα αντιμετωπίζεται με αρκετή δυσπιστία από την κοινή γνώμη (έχουμε αναλύσει σε παλαιότερο σημείωμα ότι η κοινή γνώμη δίνει μεγαλύτερη προσοχή στα αρνητικά γεγονότα που έχουν μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης παρά στα θετικά βέβαια γεγονότα) έχει στέρεους λόγους και δεν είναι τυχαίο γεγονός.
Οι λόγοι αυτοί είναι το μεσαίο επίπεδο της οικονομίας που δεν επλήγη από σημαντικές εξαρτήσεις από τη διεθνή παραγωγή που υποφέρει, η επιτυχημένη οικονομική πολιτική παρεμβάσεων (πακέτο ΔΕΘ αλλά και η πολιτική 2020) με τη διαχείριση της επιχειρηματικής δυσπραγίας και της ανεργίας (ας αναγνωρίζουμε επιτέλους τα θετικά πραγματικά γεγονότα), η συγκυριακή αναδιοργάνωση του τραπεζικού συστήματος και η άνοδος των καταθέσεων (ρευστότητα) και η δραστηριοποίηση των επενδύσεων (ακίνητα, μεγάλα ιδιωτικά έργα).
Τίποτα δεν πρόκειται να μας χαριστεί, και εάν η οικονομική πολιτική προσέξει το τέταρτο τρίμηνο του έτους θα έχουμε επιτύχει μία θεαματική θετική απόκλιση από την ευρωζώνη γνωρίζοντας ότι έπεται συνέχεια (ταμείο ανάκαμψης κ.λπ.).
Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι καθηγητής ΕΚΠΑ