Ο ύπνος είναι για τους περισσότερους από εμάς η απόλυτη στιγμή ξεκούρασης – όταν το σώμα μας αλλά και το μυαλό μας αναπαύεται επί ώρες. Δεν πρόκειται όμως για μία απλή συνήθεια, αλλά για μία βασική λειτουργία του οργανισμού κατά την οποία συλλέγει… εφεδρείες και ρυθμίζει το ορμονικό (και όχι μόνον) σύστημα.
Η Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία συστήνει τουλάχιστον 6-7 ώρες συνεχόμενης ανάπαυσης ώστε ο ύπνος να είναι καλός και επαρκής. Στη σύγχρονη εποχή, όμως, υπάρχουν πολλοί παράγοντες που διαταράσσουν τη νυχτερινή μας ξεκούραση – από τις καθημερινές υποχρεώσεις και το άγχος μέχρι τις κακές συνήθειες – με αποτέλεσμα να υπονομεύουμε την υγεία μας.
Ολοι ζούμε με βάση τους κιρκάδιους (24ωρους δηλαδή) ρυθμούς, οι οποίοι αποτελούν ένα εσωτερικό «ρολόι» που ρυθμίζει όλες τις σωματικές λειτουργίες, από την αρτηριακή πίεση και τις κινήσεις του εντέρου μέχρι τον μεταβολισμό και βέβαια τον ίδιο τον κύκλο ύπνου – εγρήγορσης, εξηγεί η κ. Ανδρομάχη Βρυωνίδου-Μπομποτά, πρόεδρος της Εταιρείας και διευθύντρια του Τμήματος Ενδοκρινολογίας & Μεταβολισμού-Διαβητολογικό Κέντρο στο Νοσοκομείο Κοργιαλένειο-Μπενάκειο ΕΕΣ. Ο «κεντρικός διακόπτης» του «ρολογιού» αυτού βρίσκεται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου, ο οποίος αντιλαμβάνεται τον χρόνο με βάση τον φυσικό φωτισμό (από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού μας). Το υπόλοιπο σώμα συγχρονίζεται με αυτό τον «διακόπτη» μέσω της παραγωγής νευρικών και ορμονικών μηνυμάτων, η οποία αυξομειώνεται στη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας.
Τι συμβαίνει
όταν νυστάζουμε;
Στη διάρκεια της ημέρας, π.χ., το φως του ήλιου παρεμποδίζει την παραγωγή μελατονίνης από την επίφυση του εγκεφάλου και διεγείρει την παραγωγή αδενοσίνης στα τμήματά του που ελέγχουν την εγρήγορση. Η μελατονίνη είναι η ορμόνη που προάγει τον ύπνο, επομένως η καταστολή της μας βοηθά να μείνουμε ξύπνιοι. Η αδενοσίνη είναι ένα πανίσχυρο μόριο που παράγεται ως υποπροϊόν της πέψης των τροφίμων. Τα επίπεδά της αυξάνονται σταδιακά στη διάρκεια της ημέρας, για να προκαλέσουν το βράδυ υπνηλία.
Καθώς πέφτει το σκοτάδι, αρχίζουν να αυξάνονται τα επίπεδα της μελατονίνης και σε συνδυασμό με την αδενοσίνη που έχει συσσωρευτεί στον εγκέφαλο, αρχίζουμε να νυστάζουμε. Οταν αποκοιμηθούμε, η μεν μελατονίνη θα παραμείνει αυξημένη, η δε αδενοσίνη θα μειωθεί, αφού θα αυξάνονται και οι ώρες που θα μένουμε νηστικοί.
Το γεγονός ότι κοιμόμαστε, όμως, δεν σημαίνει πως ο οργανισμός πέφτει σε αδράνεια. Αντιθέτως, «στη διάρκεια του ύπνου διαφοροποιείται η έκκριση πολλών ορμονών που ρυθμίζουν ζωτικές σωματικές λειτουργίες», λέει η κ. Μαρινέλλα Τζανέλα, γενική γραμματέας της Εταιρείας, διευθύντρια της Κλινικής Ενδοκρινολογίας & Μεταβολισμού του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός. «Για παράδειγμα, στα πρώτα στάδια του ύπνου αυξάνεται η παραγωγή της αυξητικής ορμόνης, η οποία προάγει την αύξηση σε ύψος (στα παιδιά μέχρι την ενήβωση) αλλά και επιτελεί σημαντικές αναβολικές δράσεις. Αυξάνονται επίσης τα επίπεδα της αντιδιουρητικής ορμόνης (ADH) την οποία εκκρίνει ο υποθάλαμος του εγκεφάλου για να καταστείλει την ανάγκη ούρησης τη νύχτα και να εξασφαλίσει την ηρεμία στον ύπνο».
Σημαντικές αλλαγές παρατηρούνται επίσης σε ορμόνες, όπως η κορτιζόλη (η ορμόνη της εγρήγορσης και του στρες). Η κορτιζόλη εμφανίζει τα υψηλότερα επίπεδά της το πρωί με την αφύπνιση του ατόμου και τα επίπεδα αυτά αρχίζουν να μειώνονται σταδιακά ώστε τα μεσάνυχτα και τις πρώτες ώρες του ύπνου να φτάνουν στο ελάχιστο και ο οργανισμός χαλαρώνει λέει η κ. Τζανέλα. «Και αυτές είναι μερικές μόνο από τις παρατηρούμενες ορμονικές αλλαγές κατά τον ύπνο».
Οι κίνδυνοι από
την έλλειψη ύπνου
Ο ύπνος και η ορμονική λειτουργία του οργανισμού είναι αλληλένδετα. Οτιδήποτε διαταράσσει τον ύπνο, επηρεάζει και τις ορμόνες. Οτιδήποτε επηρεάζει τις ορμόνες, επηρεάζει και τον ύπνο. Το επακόλουθο είναι ένας φαύλος κύκλος που μπορεί να αποδειχθεί επιζήμιος για την υγεία.
«Η καλή ρύθμιση του βιολογικού ρολογιού του οργανισμού έχει ζωτική σημασία για την υγεία. Οι ακανόνιστες διατροφικές συνήθειες και το άστατο πρόγραμμα ύπνου μπορούν να το απορρυθμίσουν, αυξάνοντας τον κίνδυνο πολλών νοσημάτων», προειδοποιεί η κ. Βρυωνίδου-Μπομποτά.
Βραχυπρόθεσμα, η έλλειψη ύπνου και ο κακής ποιότητας ύπνος μπορεί να οδηγήσουν σε κόπωση, υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας, μειωμένη ικανότητα μάθησης και μνήμης, οξυθυμία και επιρρέπεια στα ατυχήματα. Μπορεί επίσης να εξασθενήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα, η ομαλή λειτουργία του οποίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον επαρκή και ποιοτικό ύπνο.
«Πολλές μελέτες έχουν συσχετίσει τη χρόνια έλλειψη ύπνου με μεταβολικές και ενδοκρινικές αλλαγές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η μειωμένη αντοχή στη γλυκόζη, η μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη, η αυξημένη κορτιζόλη το βράδυ, η διαταραχή στα επίπεδα των ορμονών (γκρελίνη, λεπτίνη) που ρυθμίζουν την πείνα και η απορρύθμιση των ορμονών του στρες», λέει η κ. Γεωργία Κάσση, ειδική γραμματέα της Εταιρείας, διευθύντρια ΕΣΥ, επιστημονικά υπεύθυνη του Ενδοκρινολογικού Τμήματος του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα. «Οι αλλαγές αυξάνουν τον κίνδυνο παχυσαρκίας, υπέρτασης, διαβήτη τύπου 2, αλλά και καρδιαγγειακών παθήσεων. Η έλλειψη ύπνου έχει επίσης σχετισθεί με τον υπογοναδισμό (χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης) στους άνδρες, ενώ μπορεί να αυξήσει ακόμα και τον κίνδυνο κατάθλιψης και αγχωδών διαταραχών».
Τι πρέπει
να προσέχουμε
«Ο ύπνος έχει πολύπλοκη και αμφίδρομη σχέση με το ενδοκρινικό (ορμονικό) σύστημα και η ομαλή λειτουργία του ενός είναι απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία του άλλου», τονίζει η κ. Βρυωνίδου-Μπομποτά. «Επομένως, πρέπει να τηρούμε όλοι ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα ύπνου και διατροφής στη ζωή μας, το οποίο θα ακολουθούμε και στις αργίες. Απαραίτητο είναι ακόμα να αποφεύγουμε όσο είναι δυνατό τη χρήση ψηφιακών μέσων το απόγευμα και το βράδυ, γιατί το φως τους μπορεί να καταστείλει τη μελατονίνη και να παρεμποδίσει τον ύπνο. Καλό είναι επίσης να αποφεύγουμε την καφεΐνη μετά το μεσημέρι, γιατί συνδέεται με τους υποδοχείς της αδενοσίνης, εμποδίζοντας και αυτή τον ύπνο.
Οσοι πάσχουν ήδη από μεταβολικές ή ορμονικές διαταραχές πρέπει να τηρούν τις συστάσεις των θεραπόντων ιατρών τους για να τις διατηρούν υπό έλεγχο. Και όσοι αισθάνονται υπνηλία την ημέρα πρέπει να συμβουλεύονται έναν γιατρό για να βρεθεί και να αντιμετωπιστεί η αιτία της κόπωσής τους».