«Ασφαλώς και με τιμά πολύ», είπε η (για τρίτη συνεχόμενη θητεία) υπουργός Οικονομικών της Σουηδίας, σχολιάζοντας την ομόφωνη απόφαση που έλαβαν οι εκπρόσωποι των 26 περιφερειών των Σοσιαλδημοκρατών για να διαδεχθεί τον Στέφαν Λέβεν, ο οποίος υπέβαλε την παραίτησή του τον Αύγουστο καθώς έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός που έχασε ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή. Σημειώνεται, όμως, ότι και η Μαγκνταλένα Αντερσον – εφόσον η εκλογή της επικυρωθεί από το συνέδριο του Νοεμβρίου, στο οποίο δεν θα έχει αντίπαλο – θα έχει κερδίσει επίσης μια πρωτιά: Θα είναι η μοναδική γυναίκα που θα έχει γίνει μέχρι σήμερα πρωθυπουργός της χώρας, η οποία είναι η μοναδική από τις σκανδιναβικές που έχει αυτή την ιδιαιτερότητα.

Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι ο ρόλος της Αντερσον – πρωταθλήτριας στην κολύμβηση, προτού επιλέξει να σπουδάσει οικονομικές επιστήμες στη Στοκχόλμη, τη Βιέννη και το Χάρβαρντ – κάθε άλλο παρά εύκολος θα είναι, μιας και στις βουλευτικές εκλογές του 2022, οι Σοσιαλδημοκράτες – απόλυτοι κυρίαρχοι στο πολιτικό σκηνικό της Σουηδίας μεταπολεμικά – κινδυνεύουν σοβαρά να ηττηθούν. Πολύ περισσότερο μετά το «χαστούκι» που δέχθηκαν το 2018, όταν σημείωσαν το χειρότερο εκλογικό ποσοστό στην ιστορία τους, με 28,3% και απώλεια σχεδόν 3 μονάδων.

Η ίδια, λοιπόν, θα προσπαθήσει να μην έχει την ίδια τύχη με την έτερη γυναίκα που βρέθηκε στο τιμόνι του κόμματος: Τη Μόνα Σαλίν, η οποία ηττήθηκε το 2010 και αναγκάστηκε να παραιτηθεί και από την ηγεσία του. Προτού δε περάσει αυτή τη δοκιμασία, θα «μετρηθεί» σε μία άλλη: Την έγκριση του προϋπολογισμού του 2022 – κάτι που διόλου βέβαιο δεν είναι.

Αναταράξεις και στη Νορβηγία. Την ίδια στιγμή, αναταράξεις υπάρχουν και στη γειτονική Νορβηγία. Ο τρικομματικός κεντροαριστερός συνασπισμός που οι περισσότεροι ανέμεναν να συγκροτηθεί μετά τις εκλογές της 13ης Σεπτεμβρίου και της ήττας της κεντροδεξιάς πρωθυπουργού, Ερνα Σόλμπεργκ, ναυάγησε πριν καν «γεννηθεί». Αιτία είναι η απόφαση του ενός εκ των τριών κομμάτων, του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Αριστεράς, να μη συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με τον νικητή και ηγέτη των Εργατικών, Γιόνας Γκαρ Στίρε, επικαλούμενο την ασυμφωνία όσον αφορά στην υιοθέτηση μιας «επιθετικής κλιματικής πολιτικής».

Ετσι, ο Στίρε θα επιχειρήσει πιθανότατα να εφαρμόσει το σχέδιο Β, που είναι η συγκρότηση κυβέρνησης μειοψηφίας.