Eχει μια ειρωνεία, αλλά είναι ταυτόχρονα και εξόχως διδακτικό. Η προχθεσινή ιστορική κατρακύλα της λίρας προκλήθηκε από την απόφαση του προέδρου Ερντογάν να κηρύξει μία μέρα νωρίτερα έναν «οικονομικό πόλεμο της ανεξαρτησίας». Εναν ανάλογο πόλεμο ήθελαν να κηρύξουν το 2015 και κάποιοι επικίνδυνοι ερασιτέχνες στην Ελλάδα. Και κόντεψαν να ρίξουν τη χώρα στα βράχια.
Ο λόγος που η Ελλάδα στάθηκε όρθια, ενώ για την τύχη της Τουρκίας δεν μπορεί κανείς να εγγυηθεί, είναι φυσικά η συμμετοχή μας στο κοινό νόμισμα. Είτε για να αποτρέψουν ένα «φαινόμενο ντόμινο», είτε για να βοηθήσουν μια χώρα χωρίς την οποία η ευρωπαϊκή οικογένεια θα έχανε την ταυτότητά της, οι εταίροι μας έσπευσαν να στηρίξουν τη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία. Κι αν οι θυσίες των Ελλήνων ήταν μεγάλες, κι αν ενισχύθηκαν για ένα διάστημα τα ιδεολογικά άκρα, σήμερα η χώρα μας είναι και πάλι ασφαλής και ισχυρή.
Η Τουρκία, πάλι, είναι όμηρος της άγνοιας, της παράνοιας και του φανατισμού. Και, επιπλέον, είναι μόνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εμίρης του Ντουμπάι έγινε χθες δεκτός σαν Μεσσίας, με την ελπίδα ότι οι επενδύσεις του θα σώσουν τη χώρα από την καταστροφή. Λίγοι οικονομολόγοι όμως πιστεύουν κάτι τέτοιο. Η επιμονή του Ερντογάν στα χαμηλά επιτόκια, που τον οδήγησε να απολύσει ως τώρα τρεις κεντρικούς τραπεζίτες, είναι βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει εκ νέου την Τουρκία στην αγκαλιά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Και, φυσικά, θα την πληρώσουν πάλι οι απλοί πολίτες.