Η πανδημία στην Ευρώπη λαμβάνει εκ νέου δραματικές διαστάσεις. Η Αυστρία και η Σλοβακία βρίσκονται σε καθολικό λοκντάουν, η Γερμανία ετοιμάζει μέτρα δραστικής μείωσης των επαφών ανάμεσα στους πολίτες, ενώ νέους περιορισμούς επιβάλλουν ακόμη και χώρες με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού όπως η Πορτογαλία. Χθες εντοπίστηκαν στο ευρωπαϊκό έδαφος τα πρώτα κρούσματα της νέας παραλλαγής του κορωνοϊού, που παρατηρήθηκε στις αρχές αυτής της εβδομάδας στην Αφρική, είναι πιο ανθεκτική απέναντι στα εμβόλια και αναγκάζει την Ευρώπη να κλείσει και πάλι τα σύνορά της.
Το κακό είναι ότι, εκτός από έθνη, φυλές, φύλα και ηλικίες, ο ιός δεν γνωρίζει και από σύνορα. Το ακόμη χειρότερο είναι ότι εσχάτως αρχίζει να μη γνωρίζει ούτε από εμβόλια. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εμβολιασμένοι, και κυρίως εκείνοι που έχουν κάνει και την τρίτη δόση, είναι πολύ πιο προστατευμένοι από τους ανεμβολίαστους έναντι νοσηλείας και θανάτου: γι’ αυτό άλλωστε το εμβόλιο παραμένει το ισχυρότερο, και το μόνο, όπλο για την ανάσχεση της πανδημίας. Ασφαλής όμως δεν είναι κανείς. Δεν πρέπει να συμπεριφέρεται λοιπόν σαν να ήταν.
Ολα δείχνουν ότι τον χειμώνα που έρχεται θα κυριαρχεί και πάλι στη ζωή μας ο κορωνοϊός. Με αυτό το δεδομένο, δύο πράγματα πρέπει να προσεχθούν στη χώρα μας. Το ένα είναι ότι η επιμονή πως δεν θα επιβληθεί άλλο λοκντάουν και δεν θα επεκταθεί η υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών στέλνει πλέον το λάθος μήνυμα: όσο άδικοι κι αν είναι για τους εμβολιασμένους τυχόν νέοι καθολικοί περιορισμοί, ενδεχομένως να καταστούν απαραίτητοι. Το άλλο είναι ότι η κομματική αντιπαράθεση γύρω από το θέμα αυτό πρέπει να σταματήσει. Αν η αντιπολίτευση έχει ουσιαστικές προτάσεις, πρέπει να τις καταθέσει και η κυβέρνηση να τις εξετάσει. Σε αντίθετη περίπτωση, ας δοθεί και πάλι ο πρώτος λόγος στους επιστήμονες. Εκείνοι γνωρίζουν καλύτερα.