«Πάνω στο βουνό ζούσε, χρόνια πολλά, ένας βοσκός. Δεν κατέβαινε ποτέ του στην πολιτεία. Δεν ήξερε να λέει προσευχές. Ακουσε μια φορά την καμπάνα να χτυπά. Να προσευχηθεί δεν ήξερε. Βλέπει ένα χαντάκι κοντά του. Σκέφτηκε πολύ το Θεό. Αρχισε, συνέχεια, να πηδά το χαντάκι. Περνά ο Χριστός και τον ρωτά:
– Τι κάνεις αυτού;
– Την προσευχή μου.
– Και τι λες στην προσευχή σου;
– Τίποτα.
– Να λες “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.
Ετσι του είπε ο Χριστός κι έφυγε. Δεν είχε προχωρήσει 15 βήματα. Ο βοσκός άρχισε να τον φωνάζει.
– Ξέχασα αυτά που μου είπες! Πες τα μου πάλι.
– Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με.
Τα ‘κουσε ο βοσκός κι άρχισε πάλι να πηδά το χαντάκι. Ο Χριστός μπήκε στη βάρκα κι έφυγε, μα ο βοσκός ξέχασε πάλι την προσευχή. Τρέχει στη λίμνη. Απλώνει την κάπα του στο νερό. Ανεβαίνει επάνω. Κι η κάπα, με τη δύναμη του Θεού, φτάνει τη βάρκα του Χριστού.
– “Ξέχασα πάλι την προσευχή”, του λέει.
Ο Χριστός χαμογέλασε και του είπε:
– Πήγαινε κάνε αυτό που ξέρεις».
Η λαϊκή θυμοσοφία. Ο ανθρωπομορφισμός του Χριστού. Τα σπαράγματα από το μικρασιατικό ιδίωμα («αυτού»). Διασώζονται στη μία από τις δύο παραδόσεις που αναδημοσιεύει ο Ηλίας Βενέζης στο «Βήμα» (19.1.1954), με την άδεια της μουσικολόγου και λαογράφου Μέλπως Μερλιέ επισημαίνοντας την αξία που έχει το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών της: «Αυτός είναι ο λαϊκός θησαυρός της Μικρασίας που έχουμε χρέος να περισώσουμε». Την ιστορία αυτή ο αναγνώστης μπορεί πλέον να εντοπίσει και στις σελίδες 31-32 της νέας έκδοσης του Κέντρου με τίτλο «Η “Κιβωτός” του Μικρασιατικού Ελληνισμού”», όπου περιλαμβάνονται 17 άρθρα του Ηλία Βενέζη, δημοσιευμένα στο «Βήμα» (1948 – 1972) και μία ομιλία του σε γεύμα των Ζαππίδων. Ξεχωριστή σημασία, ωστόσο, παρουσιάζει το Επίμετρο, όπου δημοσιεύεται το μεγαλύτερο μέρος της αλληλογραφίας της Μέλπως και του Οκτάβιου Μερλιέ με τον Βενέζη, που καλύπτει τα χρόνια 1953 – 1973. Στην έκδοση, με την καταλυτική φιλολογική επιμέλεια του Χαράλαμπου Λ. Καράογλου, αναβιώνει έτσι μία από τις ισχυρότερες πνευματικές φιλίες στον χώρο των ελληνικών γραμμάτων.
Ο Ηλίας Βενέζης είναι ο αυτόπτης μάρτυρας της μικρασιατικής περιπέτειας και το έργο του αναμένεται να εξεταστεί εκ νέου με την αφορμή της συμπλήρωσης 100 χρόνων από την Καταστροφή το 2022. Γεννημένος στο Αϊβαλί το 1904, αιχμαλωτίζεται το 1922 από τους Τούρκους και παραμένει επί 14 μήνες στα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπούρια), στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Είναι ένας από τους λίγους αιχμαλώτους που επιβιώνουν και τελικά αφήνεται ελεύθερος τον Νοέμβριο του 1923. Τη συγκλονιστική μαρτυρία του ανθρώπου που αναζητά την ταυτότητά του στον πόνο, την αντοχή και την αλληλεγγύη, θα μεταφέρει στο «Νούμερο 31328» το 1931, ενώ θα ξαναδουλέψει το κείμενο το 1945, με νωπή τότε την τραγωδία της Κατοχής (πλέον κυκλοφορεί από την «Εστία» σε μονοτονική έκδοση από τον Μάρτιο του 2018, με επίμετρο και γλωσσάριο του Σωτήρη Μετεβελή). Ο ίδιος άλλωστε τη γράφει μετά την απελευθέρωση από τις φυλακές Αβέρωφ, όπου έχει μεταφερθεί από τα SS. Στη μεταπολεμική περίοδο θα συνεργαστεί στενά με τη Μέλπω Μερλιέ, η οποία ήδη το 1923 έχει παντρευτεί τον Οκτάβιο Μερλιέ, ιδρυτή και διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου. Ο συγγραφέας θα γίνει μέλος του ιδρυτικού ΔΣ του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών το 1962, το οποίο η Μερλιέ έχει δημιουργήσει απ’ το 1949. Από τη θέση του θα συμβάλει στην επιλογή μαρτυριών από το Αρχείο Προφορικής Παράδοσης για την έκδοση του τόμου της «Εξόδου» των προσφύγων της Καππαδοκίας.
«Γυρίζοντας απ’ την Κρήτη… βρίσκω το καλό σας γράμμα» γράφει ο Βενέζης στις 23 Μαΐου 1963 προς τη Μερλιέ, σε μία από τις επιστολές που αποθησαυρίζονται στο Επίμετρο. «Αυτή η “καθ’ ημάς Ανατολή”, όσο περνά ο καιρός και τα μαλλιά μας ασπρίζουν, δεν είναι πια μόνο ιστορία, παραμύθι και θρύλος. Γίνεται ολοένα ένας κόσμος “μυστικός”, μια λειτουργία ψυχική, κάτι απροσδιόριστο και φευγαλέο και συγκλονιστικό: σαν την ποίηση και το θάνατο». Από την άλλη, η Μέλπω Μερλιέ έβλεπε στο πρόσωπο του συγγραφέα «τον εμπνευσμένο και αξιόπιστο συνεργάτη ο οποίος διέθετε την ψυχική διαθεσιμότητα και το πνευματικό χάρισμα για να πραγματώσει τον μεγάλο της οραματισμό…, την έκδοση της Εξόδου της Καππαδοκίας» σημειώνει στο προλόγισμά του ο ακαδημαϊκός Πασχάλης Κιτρομηλίδης, γενικός γραμματέας του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Η επιστολή της στις 7.6.1965 το επιβεβαιώνει: «Είστε πολυαγαπημένοι φίλοι – και συμπεριλαμβάνουμε στην παρέα την αγαπημένη σας και σοβαρή Αννούλα (σ.σ.: η κόρη του Ηλία και της Σταυρίτσας Βενέζη, Αννα Βενέζη Κοσμετάτου, στη μνήμη της οποίας αφιερώνει την έκδοση ο επιμελητής, καθώς έφυγε από τη ζωή στις 28 Φεβρουαρίου 2020)… Είναι βαθύτατη ευχαρίστησή μου να αναφέρομαι σ’ εσάς, στον άνθρωπο, στο έργο του, στη θέση του στη μυστηριακή διαδρομή του ελληνισμού. Ας μιλήσουμε ξεκάθαρα: ζείτε, υπάρχετε, είστε μια κεραία του καιρού και της χώρας σας».