Ο Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ αναφερόταν στο «ελληνικό» του, εξαιτίας του εξεζητημένου ονόματος που είχε ο κνησμός. Στις 27 Ιανουαρίου 1937 έγραφε στη σύζυγό του Βέρα για την ψωρίαση που τον ταλαιπωρούσε: «Το ελληνικό με βασανίζει τόσο (δεν κοιμάμαι τη νύχτα γιατί είναι εξοργιστικά ερεθισμένο και αυτό επηρεάζει πολύ τη διάθεσή μου), ώστε αποφάσισα να πάω να δω κάποιον γιατρό γιατί χειροτερεύει από την precipite blanc (σ.σ.: ο χλωριούχος υφυδράργυρος που χρησιμοποιούνταν για τη θεραπεία δερματικών παθήσεων). Αυτή η ηλίθια λάσπη με βλάπτει με φριχτό τρόπο». Την 1η Φεβρουαρίου επιμένει: «Δεν θα σου μιλήσω για τα αβάσταχτα βασανιστήρια στα οποία με υποβάλλει το ελληνικό. Η φαγούρα δεν μ’ αφήνει να κοιμηθώ και όλα τα λευκά ρούχα έχουν λερωθεί με αίμα: φριχτό. Υπάρχει ένα καινούριο βάλσαμο, αλλά δεν τολμώ να το χρησιμοποιήσω… Ολα θα ήταν θαυμάσια, αν δεν υπήρχε το καταραμένο το δέρμα».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ