Οι κοινωνίες του 19ου αιώνα έδιναν σημασία στην καλή συμπεριφορά και στην τήρηση των κανόνων ευγένειας και διακριτικών τρόπων. Το savoir faire λειτουργούσε ως το αποδεικτικό κοινωνικής αγωγής των ατόμων που είχαν αφομοιώσει τα υψηλά νοήματα του Διαφωτισμού και τα διοχέτευαν στην καθημερινή συναναστροφή τους με συμπολίτες και συνανθρώπους. Αυτό το κωδικοποιημένο σύστημα κινήσεων δικαιολογούσε και επέβαλλε στους κυρίους, για παράδειγμα, να βγάζουν το καπέλο τους για να χαιρετήσουν μια κυρία. Ωστόσο η μοντερνιστική απλότητα διέλυσε το savoir faire και αργότερα η μεταμοντέρνα έννοια διακριτικότητας το ισοπέδωσε. Γι’ αυτό και μας παραδόθηκε ως ένα μουσειακό είδος, με περιορισμένη έννοια που σηματοδοτεί μόνο τη μαστορική ικανότητα της χειρωνακτικής εργασίας του τεχνίτη. Η ελίτ της αισθητικής ξεκίνησε να λατρεύει τα εξαφανισμένα επαγγέλματα, μιλώντας για την πολυτέλεια της χειροτεχνίας, εκθειάζοντας κεντημένα φτερά, κλωστές και νήματα, ευφυείς πλέξεις λωρίδων από λεπτό δέρμα, τη βαφή του μεταξιού, την επισμάλτωση της πορσελάνης. Οι σπάνιοι μάστορες έγιναν ήρωες και η εργασία των χεριών τους όλο και συχνότερα αναδεικνύεται σε χώρους μουσείων και αναλύεται σε σελίδες θεωρητικών κειμένων που περιστρέφονται γύρω από τον φετιχισμό των εμπορευμάτων.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ