Αισθάνεται κανείς πολλές φορές τον προφορικό λόγο να εκθέτει περισσότερο από τον γραπτό όσο και αν στον δεύτερο μπορεί να ανατρέξει κανείς ανά πάσα στιγμή, ενώ του πρώτου μπορεί να κάνει χρήση του όσο υπάρχουν άνθρωποι που τον θυμούνται και με την προϋπόθεση πάντα ότι τον έχουν ακούσει. Ανάμεσα στους ανθρώπους που είχαν επιλεγεί προκειμένου να διατυπώσουν μπροστά στις κάμερες τις σκέψεις και τις ευχές τους, σε σχέση με την αλλαγή του χρόνου, ήταν και μια Γερμανίδα που με ένα βλοσυρό και μη επιδεχόμενο κανενός είδους διαπραγμάτευση ως προς τη διεκδίκηση του αιτήματός της, είπε: «Θέλω πίσω τη ζωή μου, θέλω να ζήσω όλα αυτά που μου στέρησε η πανδημία. Δεν δέχομαι να στερηθώ άλλο την ελευθερία μου». Η χρήση του πρώτου ενικού προσώπου, ακόμη και αν μιλάει κανείς για τον εαυτό του, είναι κάτι αντιπαθητικό, πολύ περισσότερο όταν γίνεται σε σχέση με συνθήκες που αφορούν όλη την ανθρωπότητα και ο άνθρωπος που μιλάει το κάνει σάμπως να είναι ο μοναδικός που υφίσταται τη σχετική δοκιμασία. Ακόμη και αν αγνοήσει κανείς αυτή την ένσταση, δεν γίνεται να μην αναρωτηθεί σε ποιον απευθύνεται το αίτημα, ποιος δηλαδή είναι αυτός που θα μπορούσε να δώσει πίσω τη ζωή του στον οποιονδήποτε και πώς είναι δυνατόν να μην καταλαβαίνει, η Γερμανίδα στη συγκεκριμένη περίπτωση, ότι από τη στιγμή που θα δυσκολευόταν να ονομάσει τον χρεωμένο με την «επιστροφή» της ζωής της, το αίτημα δεν είναι απλώς παράλογο, είναι κυριολεκτικά ανυπόστατο. Στην ουσία πρόκειται για μια μορφή παράκρουσης να φαντάζεται κανείς πως ό,τι και αν συμβαίνει στον κόσμο, συνιστά αδικία το να μην εξαιρείται ο ίδιος.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ