Οι οικείοι μου με πιάνουν συχνά στα πράσα να γελάω μόνος μου άνευ (φανερού) λόγου και (φανερής) αιτίας. Παρότι ποτέ δεν αποκλείουν εκ των προτέρων το ενδεχόμενο να μου έχει λασκάρει καμιά βίδα ή να έχω ζωηρό διάλογο με κάποιον από τους φανταστικούς ήρωες του επόμενου μυθιστορήματος, όλο και ρίχνουν μια ματιά τριγύρω, μπας και εντοπίσουν την πηγή του γέλιου σε ένα σημείο περισσότερο προφανές. Τις προάλλες, φέρ’ ειπείν, με συνέλαβαν να ξεκαρδίζομαι με τη «σήμανση τηλεοπτικών προγραμμάτων». Η ταινία που θα ακολουθούσε είχε χαρακτηρισθεί ως «ακατάλληλη κάτω των δεκαοκτώ ετών», καθώς περιείχε… τα πάντα: «σκηνές βίας», «σεξουαλικές σκηνές», «χρήση ναρκωτικών και άλλων εξαρτησιογόνων ουσιών» και «απρεπή εκφορά λόγου»… Στο τελευταίο δεν άντεξα. Ποτάμι τα δάκρυα από τα γέλια. «Απρεπή εκφορά λόγου». Λες και το φάντασμα της αείμνηστης Ελένης Χαλκούση (1901-1993), που εξέδωσε κατά τη δεκαετία του 1960 το ανεπανάληπτο «Σαβουάρ Βιβρ», παραμόνευε έξω από τα σχολεία κι έμπαινε ως αόρατη ασπίδα ανάμεσα στην απονήρευτη μαθητιώσα νεολαία και στα βέλη από τα γαμοσταυρίδια της κοινωνίας.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ