Η βίαιη απομάκρυνση των αρχιτεκτονικών γλυπτών του Παρθενώνα από τον φυσικό τους χώρο, τον ιερό βράχο της Ακρόπολης των Αθηνών, χαρακτηρίστηκε εξαρχής τόσο από Eλληνες όσο και από Ευρωπαίους ως βάρβαρη πράξη. Η επανένωσή τους με όσα γλυπτά παρέμειναν στη θέση τους, στεγασμένα σήμερα στο Μουσείο, αποτελούσε πάγιο παλαιό αίτημα όχι μόνο της ελληνικής πολιτείας, που το έθεσε επισήμως η υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη το 1982 στο Μεξικό και το 1986 στην Οξφόρδη, αλλά και πόθος διακαής όλων των Ελλήνων. Ο πιστός συνεργάτης του Elgin, ο ιταλός ζωγράφος Lusieri, εκτός από τα διάσπαρτα στην Ακρόπολη γλυπτά, θεώρησε και τα ευρισκόμενα στη θέση τους στον ναό της παρθένου Αθηνάς ως νόμιμη λεία. Τρεις άγγλοι περιηγητές, οι Richard Clark, Richard Stafford Cripps και Eduard Dodwell, αυτόπτες μάρτυρες της βάρβαρης απόσπασης των έργων, την περιγράφουν με απέραντο αίσθημα ντροπής ως «πρωτάκουστη θρασύτητα και ανίερη λεηλασία». Ο αδίστακτος Lusieri, παρά τις διαμαρτυρίες, συνέχισε απτόητος το έργο της απογύμνωσης του μνημείου, σύμφωνα με τις εντολές του αφέντη του.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ