Εδωσε μορφή στην «αιωνιότητα της νιότης» μέσα από τους ποδηλάτες και τους καπνιστές του, τα κορίτσια με τα παραδομένα στον άνεμο μαλλιά και τα αγόρια με τα φτερά στην πλάτη. Εξύψωσε στο επίπεδο του μύθου την καθημερινότητα. Eπλασε τη δική του γλώσσα αξιοποιώντας «λέξεις» που έμαθε από την αρχαία ελληνική αγγειογραφία, τον Καραγκιόζη, τον Θεόφιλο και τον Τσαρούχη, και με αυτή κατάφερε να «μιλήσει», να τον ακούσουν, να τον κατανοήσουν και να τον αναγνωρίσουν από το Παρίσι έως το Τόκιο. Δημιούργησε ένα σύμπαν αναγνωρίσιμο με την πρώτη ματιά ακόμη και σε όσους δεν έχουν εξειδικευμένες γνώσεις περί την τέχνη, καθώς οι μονοκοντυλιές του με τα λαμπερά του μπλε και τα φλογερά κόκκινα χτυπούν κατευθείαν στο συναίσθημα χωρίς να χρειάζονται εξηγήσεις και θεωρητικές αναλύσεις. Και μέσα από μια πορεία πλέον των έξι δεκαετιών, κατά τη διάρκεια των οποίων πειραματίστηκε με κάθε τρόπο για να αποδώσει τις αγαπημένες του φιγούρες – και παρά τις όποιες αμφισβητήσεις -, κατέκτησε κορυφαία θέση στο ελληνικό και σημαντική στο διεθνές εικαστικό στερέωμα, αλλά κυρίως στις καρδιές όσων εισέπραξαν την αισιοδοξία που εκπέμπουν τα έργα του και αφέθηκαν στον αυθορμητισμό της γραφής του. «Από πέντε ετών ήξερα ότι θα γίνω ζωγράφος διότι η ζωγραφική για μένα είναι ζωτική ανάγκη» μας έλεγε σε παλαιότερη συνέντευξη στα «ΝΕΑ» ο γεννημένος το 1935 Αλέκος Φασιανός, στη σκιά της Ακρόπολης. «Η ζωγραφική για μένα είναι κάτι άπιαστο. Μπορεί να είναι δυο γραμμές, αρκεί να νιώθεις ελεύθερος όταν τις φτιάχνεις. Να σχεδιάζεις όπως θέλεις εσύ, όχι όπως θέλουν οι άλλοι. Να είσαι ο εαυτός σου. Να αισθάνεσαι ότι αυτό που κάνεις είναι αληθινό. Κι αν αποτύχεις, απέτυχες».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ