To είχαμε συνηθίσει τόσο πολύ, ώστε το θεωρούσαμε δομικό στοιχείο του πολιτικού μας συστήματος: τα μεγάλα πολιτικά κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία ήταν δύο, όχι πάντα τα ίδια, αλλά πάντως δύο, και οι διαφορές που τα χώριζαν ήταν τόσο μεγάλες ώστε οι πιθανότητες ενός Μεγάλου Συνασπισμού α λα γερμανικά ήταν πρακτικά ανύπαρκτες. Για το τρίτο σε δύναμη κόμμα, το μοναδικό ερώτημα ήταν με ποιον θα συνεργαζόταν στην απευκταία περίπτωση που οι εκλογές δεν έβγαζαν αυτοδυναμία.
Η εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ και η δημοσκοπική άνοδος του κόμματος που τη συνοδεύει δείχνουν ότι αυτός ο διπολισμός ενδεχομένως να λαμβάνει τέλος. Είναι βέβαια ακόμη νωρίς, η ανανέωση ενός κόμματος πάντα προκαλεί αισιοδοξία, αν όχι ενθουσιασμό. Η απογείωση των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ στην Κρήτη συνδέεται σε έναν βαθμό με το γεγονός ότι ο νέος αρχηγός κατάγεται από εκεί. Παρ’ όλ’ αυτά, οι ενδείξεις είναι σαφείς. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πλέον εξασφαλισμένη τη δεύτερη θέση. Εξού και η προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να επιχειρήσει μια νέα αρχή, παραπέμποντας την εκλογή ηγεσίας και Κεντρικής Επιτροπής στη βάση.
Η ανάδυση του τριπολισμού ενδιαφέρει όμως και την κυβέρνηση, ιδιαίτερα με δεδομένο ότι οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Ο Πρωθυπουργός έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα επιτρέψει να επικρατήσει ένα κλίμα αστάθειας και αν, όπως όλα δείχνουν, το κόμμα του δεν εξασφαλίσει αυτοδυναμία, θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές που θα γίνουν με ενισχυμένη αναλογική. Τα διλήμματα εκεί θα είναι ισχυρά και οι πιέσεις για μια «καθαρή λύση» μεγάλες, καθώς η πολιτική μας κουλτούρα δεν ευνοεί κυβερνήσεις ούτε μειοψηφίας ούτε συνεργασίας.
Με άλλα λόγια, οι εξελίξεις στην Κεντροαριστερά δεν αφορούν μόνο τις ισορροπίες στον χώρο της αντιπολίτευσης. Περιπλέκουν και επανακαθορίζουν όλο το πολιτικό σκηνικό, αναγκάζοντας όλες τις πολιτικές δυνάμεις να ανασυνταχθούν.