Αν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό του Αντόνιο Κόστα που φέρεται να εκνευρίζει τους αντιπάλους, αλλά και τους φίλους του, αυτό είναι η διαρκής αισιοδοξία του: όταν ο επικεφαλής των πορτογάλων Σοσιαλιστών (PS) ανακοίνωσε την κυβέρνηση συνεργασίας με τα κόμματα της Αριστεράς, ακόμα και μέσα στο κόμμα του υπήρχαν φωνές που προέβλεπαν το χειρότερο – πως αυτή η κυβέρνηση συνεργασίας δεν θα άντεχε ούτε έναν χρόνο από τη δημιουργία της. Τελικά, ο Κόστα είχε δίκιο και εκείνοι άδικο. Η προοδευτική συνεργασία της Πορτογαλίας άντεξε έξι ολόκληρα χρόνια.
Μέσα σ’ αυτά, ως πρωθυπουργός από το 2015, ο Κόστα κατάφερε αυτό που δεν έκανε ο Αλέξης Τσίπρας, που εξελέγη τον ίδιο χρόνο: μεθοδικά, χωρίς λεονταρισμούς και προκλήσεις, αντέστρεψε τα πιο σκληρά μέτρα λιτότητας της περιόδου της οικονομικής κρίσης. Η μεσογειακή χώρα που ατενίζει τον Ατλαντικό βγήκε από τα Μνημόνια πολύ νωρίτερα. Στην υγειονομική κρίση που ακολούθησε, η Πορτογαλία ήταν μια από τις χώρες της ΕΕ με τα πιο επιτυχημένα εμβολιαστικά προγράμματα, με ποσοστά επιτυχίας που εδώ δεν έχουμε δει ακόμα – κι αυτήν την επιτυχία την πιστώθηκε ο Κόστα. Χωρίς τους εταίρους του πλέον, με απόλυτη πλειοψηφία, εξελέγη για να διαχειριστεί το πακέτο ανάκαμψης των 45 δισ. που αναλογούν στην Πορτογαλία, αλλά και να εκπροσωπήσει τη χώρα του στη δύσκολη διαπραγμάτευση για τα οικονομικά μεθεόρτια της πανδημίας, καθώς όλοι συμφωνούν ότι η ευελιξία που παρέχεται από τις Βρυξέλλες, καλώς εχόντων των πραγμάτων, λήγει το φθινόπωρο.
ΜΟΝΤΕΛΟ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ. Η Πορτογαλία ήταν ένα σοσιαλδημοκρατικό χωριό που αντιστάθηκε την περίοδο που η ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά ζούσε τη χειρότερη ιστορική στιγμή της – και η συνεργασία με τα κόμματα της Αριστεράς έγινε το μοντέλο επιτυχίας πάνω στο οποίο στηρίχθηκε όχι μόνο η πιο αριστερόστροφη σοσιαλιστική «τάση» που επικράτησε, αλλά και το φλερτ με κόμματα της Αριστεράς. Στη γειτονική Ισπανία το μοντέλο εφαρμόστηκε με το PSOE του Πέδρο Σάντσεθ να συνεργάζεται με τους Podemos, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, που είχε εν τω μεταξύ αναλάβει την εξουσία στην Ελλάδα, εδραιώθηκε ως παρατηρητής στις ευρωπαϊκές διεργασίες του χώρου. Ακόμα και σήμερα, η Κουμουνδούρου διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με την ηγεσία του PS, ενώ ο Κόστα κάλεσε τον Αλέξη Τσίπρα να συμμετάσχει στην προεκλογική εκστρατεία δίνοντας το «παρών» στην εκδήλωση του κόμματος στην Λισαβόνα – ασχέτως αν τελικά λόγω κορωνοϊού η ελληνική παρουσία στην πορτογαλική πρωτεύουσα περιορίστηκε σε ένα βίντεο-χαιρετισμό, είναι σαφές πως οι σχέσεις συνεχίζουν ακάθεκτες. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, λόγω ευρωπαϊκής εμπειρίας, γνωρίζει καλά τι συμβαίνει στην Ιβηρική και προεκλογικά πόνταρε στη νίκη του Κόστα, που θα επιβεβαίωνε τη βασική ιδέα πίσω από την πολιτική που ακολουθεί αυτή την περίοδο το Κίνημα Αλλαγής: πως η Σοσιαλδημοκρατία έχει επιστρέψει και, μετά τη νίκη του Ολαφ Σολτς, φαίνεται να αναζητούν σ’ αυτή λύσεις στο ευρωπαϊκό τοπίο μετά την πανδημία.
ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Αν τα δύο ελληνικά κόμματα μπορούν να εξαγάγουν ένα συμπέρασμα από τα πορτογαλικά αποτελέσματα, αυτό είναι πως (στην Πορτογαλία, τουλάχιστον) δεν κέρδισε ο λαϊκισμός. Το αντίθετο: ο Κόστα, που πριν αναλάβει την ηγεσία του κόμματός του ήταν της μετριοπαθούς πτέρυγας εντός του PS, κατάφερε να «δαμάσει» τους εταίρους του όλο το προηγούμενο διάστημα, καθώς δρούσαν μόνο υποστηρικτικά και χωρίς να προκαλούν προβλήματα. Ανταμείφθηκε με αυξημένη πλειοψηφία, ώστε να μην τους έχει πια ανάγκη – κι αυτό, αφότου το αριστερό μπλοκ προσπάθησε να αλλάξει το status quo και προκάλεσε πρόωρες εκλογές μην εγκρίνοντας τον προϋπολογισμό. Το δεύτερο μάθημα έχει μάλλον να κάνει με το είδος των συνεργασιών: το αποτέλεσμα μιας συγκυβέρνησης βγάζει κερδισμένο όχι τον μικρό, αλλά τον μεγάλο εταίρο, στον οποίο αποδίδεται κάθε σωστή επιλογή. Μια συγκυβέρνηση, επομένως, με τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του βασικού πόλου θα ήταν βέβαια πολύ θετική για την αξιωματική αντιπολίτευση, που θα έμπαινε με τα δύο πόδια πια στον χώρο της ελληνικής Σοσιαλδημοκρατίας, καθόλου όμως για το ΚΙΝΑΛ, όσο «προγραμματική» κι αν φαίνεται η συνεργασία. Στην περίπτωση του κόμματος που αποτελεί τον μικρότερο εταίρο, ανεξαρτήτως πολιτικής κατεύθυνσης, η Πορτογαλία δείχνει πως κάθε επιλογή για κυβερνητική συμμετοχή έρχεται με ρίσκο – επιβεβαιώνοντας και τα ελληνικά αντίστοιχα παραδείγματα στη διαπίστωση πως μια παρόμοια επιλογή στο μέλλον δεν μπορεί να γίνει με τους ίδιους όρους που έγινε στο παρελθόν.
Σε κάθε περίπτωση, ο μεγάλος εταίρος επιβιώνει, ο εταίρος που θέτει τους όρους της συνεργασίας. Στη (μικρή, με τα σημερινά δεδομένα) περίπτωση που η μάχη στον προοδευτικό χώρο λήξει με μια συγκυβέρνηση, τότε και ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το ΚΙΝΑΛ θα προσπαθήσουν να είναι εκείνοι που θα εκπληρώσουν αυτόν τον ρόλο. Μόνο ένας θα το πετύχει – και είναι αυτός που θα αποτελέσει τον προοδευτικό πόλο την επομένη των εκλογών.