Δεν είναι μόνο τα στελέχη της αντιπολίτευσης που ονειρεύονται μια ευρείας κλίμακας κρατική παρέμβαση για το ρεύμα και συνολικά για το κόστος ενέργειας των αγροτών. Από ό,τι φαίνεται υπάρχουν και κυβερνητικά στελέχη που φαντάζονται ότι μπορεί να γίνει μια a la carte παρέμβαση για έναν μόνο κλάδο. Οι δεύτεροι πιέζονται περισσότερο όσο ακούν για αγροτικές κινητοποιήσεις και προφανώς δεν θέλουν να τους κάτσει και σε αυτούς μια «στραβή στη βάρδια τους».

Οι αγρότες διαμαρτύρονται καθώς ακούν για υψηλές τιμές παραγωγού και την ίδια στιγμή οι περισσότεροι έχουν πουλήσει πέρυσι τη σοδειά τους πριν από την έκρηξη των διεθνών τιμών πολλών προϊόντων. Ολοι ωστόσο οι συντελεστές του κόστους παραγωγής (λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.λπ.), ακολουθώντας την τάση των τιμών των προϊόντων, αυξήθηκαν. Οι αγρότες μας δηλαδή επιβαρύνονται τώρα με αυξημένο κόστος παραγωγής (βεβαιότητα) και ακούν για υψηλές τιμές πώλησης των προϊόντων τους (αβέβαιο), τις οποίες αφενός δεν έχουν εισπράξει και αφετέρου δεν ξέρουν όταν θα είναι έτοιμο για συγκομιδή το προϊόν τους, αν θα είναι στα σημερινά υψηλά επίπεδα.

Το πρόβλημα ειδικά με τις τιμές του ρεύματος είναι μεγάλο, αν και οι αυξημένες σε σχέση με πέρυσι χρεώσεις υπολείπονται σημαντικά αυτών που πληρώνουν οι υπόλοιποι Ελληνες. Σε αυτή τη φάση η επιβάρυνση είναι μεγαλύτερη στους κτηνοτρόφους, καθώς τα νέα συστήματα (αλμεκτικά, κ.λπ.) στις μονάδες τους καίνε πολύ ρεύμα, αυξάνοντας με τις ανατιμήσεις κατά πολύ το κόστος παραγωγής. Οι μεγάλες καταναλώσεις στη φυτική παραγωγή έρχονται αργότερα, όταν ξεκινούν τα ποτίσματα. Αντίθετα οι ανατιμήσεις του πετρελαίου πονάνε περισσότερο τώρα τη φυτική, καθώς αυτή την περίοδο ξεκινούν οι προετοιμασίες στο χωράφι για τη νέα καλλιεργητική περίοδο.

Η κυβέρνηση παρενέβη στο θέμα του πετρελαίου έγκαιρα, πολύ πριν από τη μεγάλη άνοδο, αλλά η λύση που έδωσε μέσω επιδότησης της τιμής του, αφορούσε μια μικρή μερίδα οργανωμένων και νέων σε ηλικία αγροτών. Στο ρεύμα η λύση της επιδότησής του που δόθηκε στους αγρότες ήταν κατά πολύ πιο γενναία και μάλιστα εφαρμόστηκε αναδρομικά από τον Αύγουστο. Οι ανακοινώσεις της περασμένης Παρασκευής, απλά συμπλήρωσαν την προσπάθεια μετριασμού της ζημιάς, με όρους 2022 και όχι σαν αυτούς που έτυχαν άλλοι κλάδοι το 2020 και το 2021 για την πανδημία. Συνολικά βλέποντας την εικόνα, διαπιστώνεται ότι το πρόβλημα των αγροτών είναι υπαρκτό. Σε ένα βαθμό έχει αντιμετωπιστεί αλλά το θέμα είναι τι γίνεται από εδώ και μπρος.

Η απόφαση της κυβέρνησης δεν θα είναι εύκολη. Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει είναι αν το πρόβλημα των αγροτών είναι μεγαλύτερο από αυτό των υπόλοιπων πολιτών. Αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο και προφανώς πρέπει να ζυγιστεί. Οχι βάζοντας στη ζυγαριά και το πιθανό κλείσιμο δρόμων. Αλλά νηφάλια και με συγκεκριμένη ανάλυση. Επιπλέον ενώ όλοι αναγνωρίζουν την ιδιαίτερη πολλαπλή σημασία των αγροτών στην ελληνική κοινωνία, μεγάλο μέρος του μη αγροτικού πληθυσμού έχει από χρόνια κουραστεί με τη συστηματικά ιδιαίτερη μεταχείριση που τυγχάνει ο κλάδος.

Ταυτόχρονα, η ιστορία των συνεχώς επαπειλούμενων αγροτικών κινητοποιήσεων έχει δείξει ότι αυτές δεν καταπραΰνονται με μαζική ικανοποίηση αιτημάτων και βαρύγδουπες κυβερνητικές ανακοινώσεις. Η πλειονότητα των αγροτών έχει ανάγκη πραγματικό ενδιαφέρον και συζήτηση όχι κάθε Φεβρουάριο, αλλά 12 μήνες τον χρόνο. Κάτω στο χωράφι, δίπλα στα προβλήματα. Αυτές τις μέρες θα διαπιστωθεί εάν αυτή η δουλειά έχει γίνει. Γιατί αν δεν έχει γίνει τα τρακτέρ θα μείνουν στους δρόμους για μερικές εβδομάδες…